Στήν ἱστορία τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος οἱ πρωταγωνιστές εἶναι συγκεκριμένοι. Ὁ Χριστός πού μεταμορφώνεται καί ἀποκαλύπτει τό φῶς τῆς θεότητάς του, ὁ Πέτρος, ὁ Ἰάκωβος καί ὁ Ἰωάννης πού συνόδευσαν τόν Χριστό στό ὄρος καί οἱ προφῆτες Μωυσῆς καί Ἠλίας πού εἶχαν διαδραματίσει σπουδαῖο ρόλο στήν προετοιμασία τῶν ἀνθρώπων γιά τήν ἔλευση τοῦ Σωτήρα. Ὁ Χριστός ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Θεός, οἱ μαθητές ἦταν ἐκεῖνοι ἀπό τούς ἀκόλουθους τοῦ Χριστοῦ πού εἶχαν πλησιάσει περισσότερο στόν Χριστό μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν καί τήν πνευματική τους ὡριμότητα καί οἱ προφῆτες ἦταν αὐτοί πού εἶχαν δεῖ τόν Θεό. Σύμφωνα μέ τίς βιβλικές ἀφηγήσεις, ὁ Μωυσῆς καί ὁ Ἠλίας εἶχαν δεῖ καί αἰσθανθεῖ τόν Θεό μέ τή μορφή τῆς φλεγόμενης βάτου ὁ πρῶτος καί μέ τήν πνοή λεπτῆς αὔρας ὁ δεύτερος. Διαβάζουμε χαρακτηριστικά στό κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὅτι ἡ θέαση τοῦ Θεοῦ εἶχε μεταβάλλει τό πρόσωπο τοῦ Μωυσῆ σέ τέτοιο βαθμό ὥστε οἱ Ἰσραηλίτες δέν μποροῦσαν μέ τά φυσικά τους μάτια νά τόν κοιτάξουν. Ἐντυπωσιακό τό γεγονός τῆς Μεταμορφώσεως ὅπου ὁ Θεός ἀποκαλύπτεται καί οἱ δίκαιοι ἀπό τούς ἀνθρώπους ἀξιώνονται νά τόν βλέπουν μέ τά ἴδιά τους τα μάτια πού μέ τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶχαν ἀλλάξει ὥστε νά ἀντέξουν, ἔστω καί γιά λίγο, τό ἐκτυφλωτικό φῶς τῆς θεότητας. Ἀλλά ποιά εἶναι ἡ σημασία ἑνός τέτοιου γεγονότος γιά ὅλους ἐμᾶς πού δέν ἔχουμε καμία σχέση μέ τό μέγεθος τῆς ἁγιότητας τῶν πρωταγωνιστῶν τῆς ἑορτῆς;
Καί οἱ τρεῖς εὐαγγελιστές, ὁ Ματθαῖος, ὁ Λουκᾶς καί ὁ Μᾶρκος, συμφωνοῦν ὅτι ἡ διήγηση τῆς Μεταμόρφωσης ἐκπληρώνει τά λόγια τοῦ Χριστοῦ πού εἶχαν εἰπωθεῖ ἀμέσως πρίν τήν ἄνοδο στό ὄρος. Ὁ Κύριος διαβεβαιώνει τούς μαθητές του ὅτι ἐκεῖνοι πού σηκώνουν τόν σταυρό τους θά μπορέσουν νά δοῦν τή δόξα τοῦ Θεοῦ σήμερα, στόν κόσμο αὐτό, καί τήν πλήρη της ἀποκάλυψη κατά τή Δευτέρα Παρουσία. Ἡ Μεταμόρφωση πού σήμερα ἑορτάζουμε ἐπιβεβαιώνει ὅτι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνάμεσά μας καί ἄν δέν τήν βλέπουμε εἶναι γιατί τά μάτια μας δέν εἶναι ἀκόμα ἱκανά γιά μιά τέτοια θέαση. Ἄν πιστέψουμε τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι παντοῦ, δέν ἔρχεται ἀπό κάπου ἀλλοῦ καί σίγουρα δέν εἶναι κάτι πού τήν κάνει προσιτή μόνο σέ ὁρισμένους. Ὅλοι μποροῦν νά τήν δοῦν γι’ αὐτό καί στό εὐαγγελικό κείμενο ὁ Χριστός ἐπισημαίνει ὅτι ὁρισμένοι ἀπό ἐκείνους πού τότε ζοῦσαν δέν θά πέθαιναν χωρίς νά δοῦν τή δόξα τοῦ ἐρχόμενου Χριστοῦ. Κι ἐπειδή ἡ ἀναφορά τῶν εὐαγγελιστῶν εἶναι γιά τόν πνευματικό θάνατο κι ὄχι γιά τόν βιολογικό, τά λόγια τοῦ Θεοῦ ἀφοροῦν κάθε ἄνθρωπο σέ κάθε ἐποχή ἀρκεῖ νά μήν ἔχει πεθάνει πνευματικά. Ἔτσι, ὁ Χριστός μέ μιά καί μόνο φράση του συνδέει τό ἔργο του καί τίς δωρεές του καί ὅλα ὅσα θαυμαστά συνέβησαν στό πρόσωπό του, ὅπως ἡ ἀποκάλυψη τῆς θεότητας στή Μεταμόρφωση, μέ τόν καθένα ἀπό ἐμᾶς πού, ὅμως, πάσχουμε ἀπό τυφλότητα γιατί ἄλλα περιμένουμε καί γιά ἄλλα προετοιμαζόμαστε.
Ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ δέν μοιάζει μέ τή δόξα καί τίς τιμές πού ἐπιθυμοῦν οἱ ἄνθρωποι καί οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν ἀνθρώπινες κατασκευές. Οἱ ἄνθρωποι ἐντυπωσιάζονται ἀπό τή δόξα μέ τήν ὁποία συχνά περιβάλλονται οἱ ἐπίσημοι καί οἱ ἰσχυροί τῶν ἀνθρώπων, ἐπιθυμοῦν νά γίνουν μέρος αὐτῆς τῆς δόξας, ἀλλά δέν κατανοοῦν ὅτι μιά τέτοια δόξα εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς κυριαρχίας ἀνθρώπων πάνω σέ ἀνθρώπους καί πράγματα. Ἄλλοι ἐπιδιώκουν νά ἀποκτήσουν τή δόξα μέσα ἀπό πράξεις καί κατορθώματα πού ὁ σύγχρονος κόσμος θεωρεῖ σημαντικά, ἀλλά ξεχνοῦν ὅτι μιά τέτοια δόξα ἀναμένεται νά ἐξαφανιστεῖ μέ τό πέρασμα τοῦ χρόνου καί τή λήθη τῶν ἀνθρώπων. Ἀντίθετα, ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός, εἶναι παντοῦ παροῦσα, ἀλλά ἀποκαλύπτεται στούς ἀξίους, δέν ἔχει ἀρχή καί τέλος, συνοδεύει τούς ἀνθρώπους καί στήν παροῦσα ζωή καί σέ πληρότητα στήν αἰωνιότητα καθώς ὡς ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ δέν πρόκειται ποτέ νά χάσει τή λάμψη της καί τήν ὀμορφιά της. Ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ δέν ἀποκτιέται μέσα ἀπό τόν ἀνταγωνισμό τῶν ἀνθρώπων, δέν ἀποτελεῖ ἀνθρώπινο κατόρθωμα ἀφοῦ δίνεται ὡς δωρεά ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό στούς ἀνθρώπους καί ὅσοι ἔχουν μεταμορφωθεῖ καί δοξάζονται ἀπό τόν Θεό μεταφέρουν μέ τή σειρά τους τή δόξα τοῦ Θεοῦ καί στούς ἄλλους ἀνθρώπους. Στήν πραγματικότητα, ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ κοινή δόξα Θεοῦ καί ἀνθρώπων, δέν εἶναι μιά δόξα πού ὅσοι τήν κατέχουν τή στεροῦν ἀπό κάποιους ἄλλους. Ὁ Θεός γίνεται ἄνθρωπος ὥστε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νά γίνουν κατά χάριν θεοί καί φυσικά δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη δόξα ἀπό αὐτήν. Αὐτή ἡ κοινή δόξα εἶναι καί ἡ κοινή κληρονομιά τῶν ἀνθρώπων πού θά προτιμήσουν τή δόξα τοῦ Ἐσταυρωμένου ἀπό τή δόξα πού προσφέρουν οἱ ἄνθρωποι. Μᾶς ἐνδιαφέρει, λοιπόν, νά γνωρίσουμε ποιοί εἶναι αὐτοί πού κληρονομοῦν τή δόξα τοῦ Θεοῦ καί τί σημαίνει αὐτή ἡ δόξα γιά τούς ἀνθρώπους.
Ὅλοι ὅσοι εἶδαν τό φῶς τῆς Μεταμόρφωσης καί κληρονομοῦν τή δόξα τοῦ Θεοῦ ἔχουν κοινά χαρακτηριστικά. Ἔχουν τηρήσει ἐπανειλημμένα τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί ἔχουν ἀποφασίσει ὅτι δέν τούς ἐνδιαφέρει ἡ δόξα τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Μωυσῆς βρισκόμενος πολύ κοντά στόν Φαραώ θά μποροῦσε νά ἔχει ἕνα λαμπρό πολιτικό μέλλον μέ ἰσχύ καί οἰκονομική δύναμη, ἀλλά ἀρνήθηκε νά ἀποκαλεῖται γιός τῆς κόρης τοῦ Φαραώ. Ὁ προφήτης Ἠλίας ἦταν τόσο διάσημος στήν ἐποχή του ὥστε ἡ φήμη του τόν ἀκολουθοῦσε γιά αἰῶνες σέ τέτοιο βαθμό ὥστε οἱ ἄνθρωποι νά βλέπουν τόν Χριστό καί νά νομίζουν ὅτι εἶναι ὁ Ἠλίας. Ἀλλά ἐκεῖνος προτίμησε νά παραμείνει προφήτης τοῦ Θεοῦ κι ὄχι προβολέας τοῦ ἑαυτοῦ του. Ἀλλά καί οἱ τρεῖς μαθητές ἀκοῦνε τόν διδάσκαλό τους νά τούς πληροφορεῖ ὅτι ὅποιοι τόν ἀκολουθήσουν θά πρέπει νά σηκώσουν τόν σταυρό τους, μιά πρακτική σέ πλήρη ἀντίθεση μέ τίς προσδοκίες τοῦ κόσμου, καί αὐτοί ἀνταποκρίνονται καί τόν ἀκολουθοῦν στό ὄρος τῆς Μεταμορφώσεως.
Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικό ὅσων μποροῦν καί βλέπουν τή δόξα τοῦ Θεοῦ καί μεταμορφώνονται ἀπό αὐτήν, εἶναι ὅτι προσεύχονται στόν Θεό, ἔχουν δηλαδή ὡς κέντρο τῆς ζωῆς τους καί τῆς σχέσης τους μέ τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους τήν προσευχή. Ὅλα τά θαυμαστά συμβάντα τῆς ζωῆς τοῦ Μωυσῆ καί τοῦ Ἠλία ἔχουν ὡς ἀφετηρία τήν προσευχή τους πρός τόν Θεό. Ἀλλά καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὅπως σημειώνει ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς, ἀνεβαίνει στό ὄρος γιά νά προσευχηθεῖ καί ἐνῶ προσεύχεται ἀποκαλύπτεται ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἡ προσευχή ὁδηγεῖ στή Μεταμόρφωση, ἔχει ὡς κατάληξη τή θέα τῆς θεότητας. Μόνο ὅποιος προσεύχεται στόν Θεό, καί στόν βαθμό πού προσεύχεται, μπορεῖ νά μεταμορφωθεῖ καί νά ἀξιωθεῖ τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ. Μέ πιό ἁπλά λόγια αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ προσευχή, μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐπιτρέπει στούς ἀνθρώπους νά βλέπουν καί νά καταλαβαίνουν ὅσα προηγουμένως δέν ἔβλεπαν καί δέν καταλάβαιναν ἀπό τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο. Ἡ προσευχή, κατά κάποιο τρόπο, μεταβάλλει τά ὅρια τῶν ἀνθρώπινων αἰσθήσεων ὥστε νά μποροῦν οἱ πιστοί χριστιανοί νά αἰσθάνονται καί νά βλέπουν τόν ἴδιο τόν Θεό, τίς ἐνέργειές του γιά τή σωτηρία τους.
Ὅποιος δέν μπορεῖ νά ζήσει χωρίς τήν προσευχή, δηλαδή χωρίς τή διαρκῆ ἤ συχνή ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό, δείχνει μέ τή ζωή του ὅτι ἔχει ἐπιλέξει ποιόν θέλει νά γνωρίζει καί σέ ποιανοῦ τή δόξα θά ἤθελε νά γίνει μέτοχος. Σάν νά ἔχει ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τήν ἐπιθυμία γιά τή δόξα τῶν ἀνθρώπων συγκεντρώνεται στόν ἑαυτό του ὥστε νά μπορέσει νά δεῖ τή δόξα τοῦ Θεοῦ νά γίνεται δική του δόξα, μέσα στήν καρδιά του, ὅπως ἀκριβῶς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βρίσκεται μέσα μας. Σίγουρα πρόκειται γιά μυστήριο αὐτή ἡ μεταβολή πού συμβαίνει μέσα μας, ἕνα μυστήριο πού τελεῖται μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Φαντάζει ἁπλή ἡ ἐξέλιξη ἀφοῦ γιά νά ἀποκτήσει κανείς τή δόξα τοῦ Θεοῦ, ἀρκεῖ νά στραφεῖ ἀπό τήν ἐξωτερικότητα τοῦ κόσμου πρός τόν Θεό καί τόν ἐσωτερικό του κόσμο. Ἀλλά γιατί γιά τούς περισσότερους ὅλα αὐτά μοιάζουν μέ θεωρίες;
Ὁ λόγος εἶναι ὅτι οἱ περισσότεροι τῶν ἀνθρώπων προτιμοῦν τή δόξα πού ἐκδηλώνεται δημόσια καί πού ὅλοι μποροῦν νά τήν βλέπουν καί νά τήν καταλαβαίνουν. Νιώθουν ὅτι ἔτσι γίνονται κάτι πού πρίν δέν ἦταν, καλύπτουν τό κενό τῆς ὕπαρξής τους καί ἀποκτοῦν σημασία. Εἶναι μιά δόξα πού δέν προϋποθέτει κάποιου εἴδους πνευματική πρόοδο, ὅλοι μποροῦν νά τήν διεκδικήσουν καί ὅλοι τήν ἐπιθυμοῦν. Ἀρκεῖ κανείς νά καταλάβει μία θέση μέ κάποιο ὁπωσδήποτε τρόπο γιά νά δοξάζεται ἀπό τούς ἀνθρώπους. Πρόκεται γιά τή δόξα πού ὅλοι βλέπουν νά συνοδεύει τίς ἐξουσίες διακυβέρνησης τοῦ κόσμου, μιά δόξα πού πρέπει νά φαίνεται καί νά ἐπιβεβαιώνεται συνεχῶς. Ἀνάλογη, ἔστω καί μικρότερης ἔντασης, εἶναι ἡ δόξα πού ἀποκτάει κανείς ἀναρριχώμενος σέ θέσεις καί ἀξιώματα. Κι ἄν αὐτή ἡ δημόσια δόξα ἀφοροῦσε πάντα ὁρισμένους, λίγους σέ σχέση μέ τό σύνολο τῶν ἀνθρώπων, οἱ τεχνολογικές ἐξέλιξεις τῆς ἐποχῆς μας μέ τήν ἐμφάνιση τῶν κοινωνικῶν δικτύων, δημιούργησαν προσδοκίες δόξας σέ ὅλους.
Ὁ σύγχρονος κόσμος εἶναι ἕνας κόσμος ἐξωτερίκευσης ὅπου οἱ ἄνθρωποι νιώθουν τήν ἀνάγκη νά δημοσιοποιοῦν αἰσθήματα καί συμβάντα τῆς ζωῆς τους ἐπιδιώκοντας τήν κοινωνική ἐπιδοκιμασία. Ὅσα στό παρελθόν θεωροῦνταν οἰκογενειακή ἤ ἰδιωτική ὑπόθεση, κάτι πού προφύλασσε τούς ἀνθρώπους ἀπό τά βλέμματα τῶν ἄλλων, σήμερα θεωροῦνται δημόσια ὑπόθεση. Ὅσο λιγότερα κρατάει κανείς γιά τόν ἑαυτό του, τόσο περισσότερη ἀναγνωρισιμότητα κερδίζει, ἀπολαμβάνοντας τή δόξα ὅλο καί περισσότερων ἀκολούθων. Καί ἐπιπλέον, ὅσο περισσότερο προκλητική καί ἀκραία εἶναι ἡ γνώμη του, ἀκόμα καί γιά πνευματικά θέματα, τόσο εὐκολότερα διαχέεται στά κοινωνικά δίκτυα καί τόσο μεγαλύτερη ἐκτίμηση ἀπολαμβάνει. Ἐκεῖ δοξάζονται πιά οἱ ἄνθρωποι, ὁ καθένας μπορεῖ νά ἀποκτήσει αὐτή τή δόξα, ἀρκεῖ νά εἶναι ἕτοιμος νά προσβάλλει κάθε αὐτονόητη ἀξία ἤ τάξη πραγμάτων. Μόνο πρός τά ἔξω κοιτάει πιά κανείς ἀναζητῶντας τήν ἐπιδοκιμασία τῶν ἄλλων καί τή δόξα πού τή συνοδεύει.
Ἀλλά ἡ γιορτή τῆς Μεταμορφώσεως μέ τήν ἀποκάλυψη τοῦ θείου Φωτός καί τή θέαση τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ ἀπό τούς ἀνθρώπους, δείχνει ἕναν ἐντελῶς διαφορετικό δρόμο δόξας καί τιμῆς. Ὅπως ἐπιβεβαιώνει ἡ πορεία τῆς ζωῆς τοῦ Μωυσῆ, τοῦ Ἠλία, τοῦ Πέτρου, τοῦ Ἰάκωβου καί τοῦ Ἰωάννη, ἡ ἀληθινή δόξα τήν ὁποία θά πρέπει νά ἐπιδιώκουν οἱ ἄνθρωποι εἶναι τό ἀποτέλεσμα μιᾶς πορείας πνευματικῆς προόδου πού κανείς δέν μπορεῖ νά ἀκολουθήσει μόνος του μέσα ἀπό μιά διευρυμένη δικτύωση. Εἶναι μιά κοινή, ἐσωτερική, πορεία Θεοῦ καί ἀνθρώπων μέ κοινωνικό ἀντίκτυπο πού δέν εἶναι ὁρατός ἀπό ὅλους. Τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ τή χάρη του καθαρίζει τήν ψυχή καί τή λογική τῶν ἀνθρώπων ἀπό τήν ἁμαρτία πού ἐμποδίζει τούς ἀνθρώπους νά βλέπουν τή δόξα τοῦ Θεοῦ καί νά περιβάλλονται ἀπό αὐτήν. Μέσα ἀπό μιά τέτοια πορεία γίνεται κατανοητό ὅτι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ δόξα πού ταιριάζει στούς ἀνθρώπους πλασμένοι ὅπως εἶναι σύμφωνα μέ τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, μιά δόξα πού μποροῦν νά τήν ἀποκτήσουν κατά χάριν, μιά δόξα πού ἔχει μάλιστα τόν χαρακτῆρα σχέσης στήν ὁποία ὁ καθένας καλεῖται νά μετέχει.
Αὐτή ἡ σχέση δέν μοιάζει μέ καμία ἀπό τίς σχέσεις πού οἱ ἄνθρωποι καλλιεργοῦν ἀνεξάρτητα ἀπό τόν Θεό. Αὐτή ἡ σχέση, ἐνῶ τώρα συμβαίνει, ἀνήκει στήν Ὄγδοη μέρα, στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, δέν μοιάζει σέ τίποτα μέ μιά ἀνθρώπινη δημιουργία, δέν ἀκολουθεῖ τήν ἀνθρώπινη τάξη πραγμάτων πού θεμελιώνεται στά δικαιώματα, εἶναι στήν πραγματικότητα μιά σχέση μετοχῆς στόν Θεό πού κανείς δέν δικαιοῦται, ἀλλά πού δίνεται ὡς δωρεά. Ἐμπειρία αὐτῆς τῆς μετοχῆς στόν Θεό ἀποτελεῖ ἡ Εὐχαριστία, ἡ μετοχή στό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ πού κανονικά θά πρέπει νά μεταβάλλει τά αἰσθητήριά μας ὥστε νά μποροῦμε νά νιώθουμε τή δόξα τοῦ Θεοῦ μέ τή βεβαιότητα ὅτι ἡ δωρεά τῆς Εὐχαριστίας ὑπερβαίνει κάθε ἄλλη προσδοκία δόξας. Ἔνδοξοι εἶναι τελικά ὅσοι μπορέσουν νά κατανοήσουν κάτι ἀπό ὅλα αὐτά μεταφέροντας τή δόξα τοῦ Θεοῦ καί στούς ἄλλους ἀνθρώπους καί δοξάζοντας ἔτσι τόν Θεό. Ἄλλωστε σέ Αὐτόν τελικά ἀνήκει ἡ δόξα.