omilies

Ομιλία του Δρ. Ιωάννη Μπέκου – Ἡ πίστη στά Χριστούγεννα

Τά Χριστούγεννα γιορτάζουμε τή γέννηση τοῦ Θεοῦ στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ὥστε ὁ ἄνθρωπος νά μπορέσει νά γίνει θεός πού θά μοιάζει στόν ἕναν ἀληθινό Θεό. Ὁ Χριστός γεννᾶται στή Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας καί οἱ Μάγοι ἀπό τήν Ἀνατολή, ξένοι μέ τήν ἱστορία τῶν Ἰουδαίων, καί οἱ βοσκοί, ἁπλοί ἂνθρωποι χωρίς ἰδιαίτερες γνώσεις, σπεύδουν νά προσκυνήσουν τό Θεῖο βρέφος. Τήν ἴδια στιγμή, οἱ ἀρχιερεῖς καί οἱ γραμματεῖς, οἱ μορφωμένοι πού γνωρίζουν τόν Νόμο καί τίς προφητεῖες γιά τήν ἔλευση τοῦ Μεσσία, ἀλλά καί ὁ Ἡρώδης πού ἔχει τήν εὐθύνη καί τή δύναμη γιά τή διακυβέρνηση τοῦ τόπου, δέν πιστεύουν στά Χριστούγεννα καί θέλουν νά ἀποτρέψουν τίς χαρμόσυνες ἐξελίξεις γιά ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος, ἀκόμα καί μέ τή βία.

Οἱ εὐαγγελικές διηγήσεις γιά τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ περιγράφουν τήν ἱστορία τοῦ Ἰησοῦ καί ἐκείνων πού κατανοοῦν τά γεγονότα πού αἰτία τους εἶναι ὁ Θεός, ἀντιλαμβάνονται τίς ἐξελίξεις πού θά ἀκολουθήσουν καί προσκυνοῦν τόν Θεό στή φάτνη. Ἀπό τήν ἄλλη, ἀφηγοῦνται τήν συμπεριφορά ἐκείνων πού ἐπιδίωξαν νά φέρουν τό τέλος τῆς ἱστορίας γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου χωρίς, ὅμως, νά τά καταφέρουν. Δύο χιλιάδες καί πλέον χρόνια μετά τήν γέννηση τοῦ Θεανθρώπου, ὁ ἄνθρωποι ἀκόμα δυσκολεύονται πολύ νά πιστέψουν στά Χριστούγεννα, προτιμοῦν νά γιορτάζουν τά Χριστούγεννα μέ τόν τρόπο πού αὐτοί καταλαβαίνουν καί ἐπιθυμοῦν, ἐνῷ ὑπάρχουν κι ἐκεῖνοι πού θέλουν νά τά ἀπαγορεύσουν.

Εἶναι Χριστούγεννα, ὁ Χριστός γεννᾶται καί οἱ χριστιανοί, ὅλοι ἐμεῖς, καλούμαστε νά μελετήσουμε τό γεγονός τῆς γέννησης τοῦ Θεανθρώπου. Αὐτή ἡ μελέτη ἔχει μεγάλη σημασία γιά τήν ἀνθρώπινη ζωή καί τήν πορεία τοῦ κόσμου, γιατί ἡ ἀντίληψη πού οἱ ἄνθρωποι ἔχουν γιά τή γέννηση τοῦ Ἰησοῦ ἔχει καθοριστική σημασία, καί γιά τίς ἐπιλογές τους καί τίς πράξεις τους στή δική τους προσωπική ζωή, ἀλλά καί γιά τήν πορεία τοῦ κόσμου.

Ἡ ἱστορία τῆς γέννησης τοῦ Χριστοῦ ξεκινᾶ ἐννέα μῆνες πρίν μέ τή σύλληψή Του κατά τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου, ὅταν καί ὁ Ἀρχάγγελος ἀποκαλύπτει στήν Θεοτόκο ὅτι ἡ γέννηση τοῦ Μεσσία θά συμβεῖ μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὅτι τό ὄνομά του, Ἐμμανουήλ, θά σημαίνει τήν ταυτότητά του, τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ ἀναμεταξύ τῶν ἀνθρώπων, «ὁ Θεός μεθ’ ἡμῶν». Αὐτή ἡ ὑπόσχεση ἐκπληρώνεται μέ ὁρατό τρόπο τήν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων ὅταν ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ γεννᾶται ὡς υἱός τοῦ ἀνθρώπου γιά νά μᾶς συναντήσει στήν καθημερινότητά μας καί νά μείνει γιά πάντα μαζί μας. Κανείς δέν θά μποροῦσε νά φανταστεῖ καλύτερη ἐξέλιξη γιά τή ζωή ὅλων μας. Ὅσα συνέβησαν στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ συνέβησαν γιά ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος καί θέλουμε νά συμβοῦν καί στήν προσωπική ζωή τοῦ καθενός μας. Προϋπόθεση μιᾶς τέτοιας ἐξέλιξης εἶναι νά κατανοήσουμε τί ἔχει συμβεῖ. Αὐτό πού ἔχει συμβεῖ φαίνεται στόν τρόπο πού συνέβη.

Ὁ τρόπος τῆς γέννησης τοῦ Χριστοῦ εἶναι παράδοξος γιατί ὅλα ὅσα συνδέονται μέ τήν ἔλευση τοῦ Θεανθρώπου στόν κόσμο συνέβησαν μέ τρόπο ἀπρόσμενο, μέ ἕναν τρόπο πού οἱ ἄνθρωποι δέν μποροῦν νά ἐλέγξουν καί ὁ ὁποῖος δέν μοιάζει σέ τίποτε μέ τόν τρόπο πού οἱ ἄνθρωποι θέλουν νά ὀργανώνουν τή ζωή τους. Ὁ Θεός μέ τόν τρόπο τῆς γέννησής Του θέλει νά ἀμφισβητήσει τόν τρόπο κατανόησης τοῦ κόσμου ἀπό τόν ἄνθρωπο. Ἄς παρακολουθήσουμε τά γεγονότα.

Ἡ σύλληψη πού θά καταλήξει στή γέννηση τοῦ Χριστοῦ συνδέει ὁριστικά τό γεγονός τῆς γέννησης ἑνός ἀνθρώπου μέ τό Θεό καθιστῶντας τή γέννηση τῶν ἀνθρώπων ὑπόθεση τοῦ Θεοῦ κι ὄχι ἀποκλειστικό δικαίωμα τῶν ἀνθρώπων. Ἡ σύλληψη τοῦ Λόγου μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὄχι μόνο ξεχωρίζει τή γέννηση τοῦ Θεοῦ πού ὑπερβαίνει τούς νόμους τῆς φύσης ἀπό τή γέννηση τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά καί δηλώνει ὅτι κάθε σύλληψη ἀνθρώπου πού συνδέεται μέ τόν Θεό γίνεται ἀμέσως πνευματικό γεγονός. Ὁ Θεός γίνεται ἄνθρωπος ὥστε νά εἶναι πιά σίγουρο ὅτι ἡ πορεία τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου δέν εἶναι στά χέρια τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, παρά τίς ἐνστάσεις τοῦ ἀνθρώπου

Αὐτό ἄλλωστε φαίνεται ἀπό τόν τρόπο πού ὁ Θεός ἐπιλέγει νά ἐκπληρωθοῦν οἱ προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γιά τήν ἔλευση τοῦ Μεσσία. Ἡ ἀνθρώπινη ἱστορία εἶναι στά χέρια τοῦ Θεοῦ καί ὁ Θεός δέν ἔχει καμία δυσκολία νά φέρει τά πράγματα ἔτσι ὥστε ἀκόμα καί ὁ Ρωμαῖος αὐτοκράτορας, εἰδωλολάτρης καί ξένος μέ τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, νά ὑπηρετήσει τήν οἰκονομία τοῦ Θεοῦ. Σύμφωνα μέ τίς προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὁ Μεσσίας θά γεννιόταν στή Βηθλεέμ κι ὄχι στή Ναζαρέτ, τόν τόπο κατοικίας τοῦ Ἰωσήφ καί τῆς Μαρίας. Ἡ προφητεία θά ἐκπληρωθεῖ μέ τό διάταγμα ἀπογραφῆς τοῦ Καίσαρα Αὐγούστου πού θά ἀναγκάσει τόν Ἰωσήφ καί τή Μαρία νά μετακινηθοῦν ἀπό τή Ναζαρέτ στή Βηθλεέμ. Ὁ Καίσαρας ἦταν ὁ κυρίαρχος τοῦ κόσμου τήν ἐποχή ἐκείνη καί εἶναι σίγουρο ὅτι ὑπέγραφε διατάγματα πού πίστευε ὅτι ὑπηρετοῦν τήν ἐπίγεια βασιλεία του, ἐνῷ στήν πραγματικότητα ὑπηρετοῦσε τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τή δική του Βασιλεία, τήν Οὐράνια.

Ὁ Θεός εἶναι ὁ Κύριος τῆς ἱστορίας καί ὁδηγεῖ τίς ἐξελίξεις στήν ἀνθρώπινη ἱστορία μέ τόν τρόπο πού Αὐτός θέλει. Ἔτσι θέλησε καί ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ να συμβεῖ μέ ἕναν ἀναξιοπρεπῆ τρόπο, ἕναν τρόπο πού δέν ἀξίζει σέ κανέναν ἄνθρωπο καί σίγουρα δέν θά ἔπρεπε νά συνδέεται μέ τήν ἐμφάνιση τοῦ Μεσσία. Γιά τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ Ἰωσήφ καί ἡ Μαρία προσπάθησαν νά βροῦν τόπο σέ ἕνα σπίτι, ἔστω μικρό καί ταπεινό, ἀλλά στάθηκε ἀδύνατο. Κανείς δέν θεώρησε ὅτι ἡ γέννηση ἑνός ἀπρόσμενου παιδιοῦ ἦταν ἱκανός λόγος γιά νά ξεβολευτεῖ ἀπό τίς ἀνέσεις του καί νά δώσει τόπο σέ ἕναν νέο ἄνθρωπο καί πολύ περισσότερο στόν Θεό καί Σωτῆρα. Εἶναι σάν ὁλόκληρη ἡ πόλη νά μήν θέλει νά πιστέψει στόν ἐρχόμενο Θεό ἤ νά δεχθεῖ μιά ἀνθρώπινη ὕπαρξη πού ἔρχεται ξαφνικά ὡς ξένη. Ἡ Βηθλεέμ τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ φαίνεται νά μοιάζει μέ τίς σύγχρονες πόλεις πού εἶναι ἀφιλόξενες γιά τόν Θεό πού γεννιέται ὡς βρέφος στήν φάτνη καί συχνά ἐχθρικές γιά τά παιδιά πού θέλουν νά γεννηθοῦν, ἀλλά συμβαίνει νά θεωροῦνται ξένα καί ἐπικίνδυνα γιά τά σχέδια τῶν δικῶν τους ἀνθρώπων. Ἕνας κόσμος πού θέλει νά ἀλλάξει γιά νά γίνει καλύτερος θά πρέπει νά εἶναι φιλόξενος ἀπέναντι σέ αὐτά τά παιδιά.

Ἐπιλέγει, λοιπόν, ὁ Θεός νά γεννηθεῖ σέ ἕναν στάβλο, παρέα μέ τά ζῶα, χωρίς καμία ντροπή, σάν νά εἶναι ὁ φτωχότερος τῶν ἀνθρώπων, ἐνῷ γνωρίζει ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἀπεχθάνονται τήν φτώχεια. Βρισκόμενος σέ μιά κατάσταση ἔνδειας καί ἐγκατάλειψης δέν κρατάει κρυφό τό γεγονός καί μάλιστα δέν διστάζει νά κάνει ἐπίδειξη τῆς φτώχειας του καλῶντας του Ἀγγέλους νά τόν ὑμνήσουν καί τούς ποιμένες νά τόν προσκυνήσουν. Ὁ Χριστός σήμερα γεννᾶται σέ ἕναν κόσμο πού θεωρεῖ ντροπή τήν φτώχεια καί γι’ αὐτό προτρέπει τούς ἀνθρώπους νά γίνουν πλούσιοι μέ τή βεβαιότητα ὅτι ὅλα τά πράγματα θά γίνουν τότε καλύτερα, δίνοντας ἔτσι προτεραιότητα στά ἐπίγεια καί ὁρατά ἀγαθά. Ὁ Θεός γίνεται ἄνθρωπος μέ ἀπρόσμενο τρόπο γιατί θέλει νά δείξει ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς παρουσίας του στόν κόσμο ὅτι εἶναι ἀποφασισμένος νά ἀλλάξει τόν κόσμο, νά φέρει κυριολεκτικά τά «πάνω», «κάτω», προβάλλοντας τήν προτεραιότητα τῶν οὐράνιων ἀγαθῶν, τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Θεός γεννιέται ὡς ἄνθρωπος μέσα σέ ἕναν στάβλο καί ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἐπίγειας ζωῆς του ἔχει ἐμπειρία τῶν δυσκολιῶν τῆς ζωῆς. Ὁ Χριστός μέ ἔκδηλο τρόπο θέλει νά ταυτιστεῖ μέ τούς ἀναγκεμένους ἀνθρώπους καί νά ζήσει τήν ἀνθρώπινη κατάσταση ὁρατή στίς ζωές τῶν περισσότερων ἀνθρώπων πού ἀγωνίζονται μέ κόπο καί μόχθο νά τά φέρουν πέρα στήν ζωή τους. Ἀλλά, ἐπίσης, θέλει νά ἀμφισβητήσει τήν προτίμηση τῶν ἀνθρώπων στήν ἄνεση, τήν ἀσφάλεια καί τήν ἱκανοποίηση τῶν αἰσθήσεων. Ὁ σκοπός τοῦ Χριστοῦ εἶναι νά δείξει ὅτι ὅσοι θά τόν ἀκολουθήσουν θά πρέπει νά σηκώσουν τόν σταυρό τους. Εἶναι φανερό ὅτι δέν θέλει νά ἀφήσει κανένα περιθώριο παρερμηνείας ὅτι ἡ χριστιανική ζωή θά μπορεῖ νά εἶναι μιά ζωή ἀσφαλής, ἀνέφελη καί ἄνετη. Ἡ διήγηση τῆς γέννησης τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μιά ὄμορφη καί συγκινητική ἱστορία ἀγάπης καί θαλπωρῆς, ὅπως πολλοί νομίζουν. Ἀντίθετα, εἶναι μιά ἱστορία πού δείχνει τή σκληρότητα τοῦ κόσμου ἀπέναντι σέ ἐκείνους πού εἶναι ξένοι μέ τόν κόσμο, ἀδύναμοι καί φτωχοί. Αὐτή εἶναι ἡ πραγματικότητα τοῦ κόσμου καί ὁ Θεός θέλει νά τήν μεταμορφώσει σέ κόσμο της βασιλεία Του.

Ὁ τρόπος τῆς Ἐνανθρώπησης δείχνει τόν τρόπο μεταμόρφωσης τοῦ κόσμου. Ὁ Θεός κενώνεται, «ἀδειάζει» ἀπό τήν θεότητα, ταπεινώνεται, γιά νά λάβει τήν ἀνθρώπινη φύση ὥστε νά βρεθεῖ δίπλα καί τελικά μέσα στόν ἄνθρωπο. Κένωση εἶναι ἡ ταπείνωση πού ἐπιδεικνύει πρῶτος ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Θά μποροῦσε νά ἔρθει στόν κόσμο τῶν ἀνθρώπων μέ ὅλη του τήν δόξα ὡς Θεός καί νά κερδίσει ἀμέσως καί τήν δόξα τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλά δέν εἶναι αὐτός ὁ σκοπός Του. Ὁ σκοπός Του εἶναι ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καί οἱ ἄνθρωποι θά πρέπει νά μάθουν νά ἐπιλέγουν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ ἀπό την δόξα τῶν ἀνθρώπων γιατί μεταξύ τους δέν ὑπάρχει καμία συμφωνία ἀλλά μᾶλλον ἀντιπαλότητα. Ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ συνδέεται μέ μιά ζωή ὅπως τήν θέλει ὁ Θεός, ἐνῷ ἡ δόξα τῶν ἀνθρώπων μέ μιά ζωή γιά τήν ὁποία οἱ ἄνθρωποι εἶναι πεπεισμένοι ὅτι εἶναι τόσο σημαντική ὥστε νά ἀξίζει κανείς νά τήν προτιμήσει ἀπορρίπτοντας τόν Θεό.

Ὁ Θεός γίνεται ἄνθρωπος, «ἀδειάζει» ἀπό τόν ἑαυτό Του κατεβαίνοντας ἀπό τό ἀξίωμα τῆς θεότητας πού κατέχει ἐκ φύσεως, κρύβοντάς το ὥστε νά μπορέσει νά πλησιάσει τόν ἄνθρωπο καί νά γίνει ἕνα μέ τήν ὕπαρξή του. Ἔγινε ἐκεῖνο πού δέν ἦταν καί ταυτόχρονα ἔμεινε αὐτό πού ἦταν, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός γίνεται ἄνθρωπος, «κενώνεται», καλῶντας τούς ἀνθρώπους νά «ἀδειάσουν» ἀπό τό πάθη τους, τίς ἀδυναμίες τους, τό ἀτομικό τους θέλημα, δηλαδή ἀπό ὅλα αὐτά πού δέν θά πρέπει νά τούς χαρακτηρίζουν, ἀποκαλύπτοντας τόν ἀληθινό ἑαυτό τους, ὅπως τόν ἔπλασε καί θέλει νά εἶναι ὁ ἴδιος Θεός. Μέ τήν κένωση τοῦ ἑαυτοῦ, ἐνῷ ὁ ἄνθρωπος θά ἀδειάζει ἀπό ὅλα αὐτά πού τόν ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους, θά παραμένει αὐτό πού ἦταν ἀπό τήν δημιουργία του ὡς δῶρο τοῦ Θεοῦ. Πρόκειται γιά μία «κένωση» ἀπό ὅλα ἐκεῖνα πού βαραίνουν τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη καί συνεχίζουν τήν πολυδιάσπαση τοῦ ἀνθρώπου σέ ἄτομα καί ἀποξενωμένες ὑπάρξεις. Ὁ Θεός ἀπό τήν ἄπειρη ἀγάπη Του «ἀδειάζει» ὥστε νά μποροῦμε ἐμεῖς νά ἀναφωνήσουμε «ὁ Θεός μεθ’ ἡμῶν». Ὅταν οἱ ἄνθρωποι θά τόν μιμοῦνται αὐθόρμητα θά λέμε ὅτι ἔχουν ἔρθει πιό κοντά ὁ ἕνας μέ τόν ἄλλο καί θά ἐλπίζουμε κάποια στιγμή νά γίνουν ἕνα.

Ὁ Χριστός γεννᾶται, ἀλλά ὁ κόσμος δέν πιστεύει στά Χριστούγεννα. Θεωρεῖ ἀδιανόητο ὁ Θεός νά ταπεινώνεται, νά γίνεται κάτι ἄλλο, νά γίνεται ἄνθρωπος, γιά νά μπορέσει νά χωρέσει στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων, ὥστε καί οἱ ἄνθρωποι μέ ταπείνωση νά γίνουν κι αὐτοί κάτι ἄλλο, κάνοντας χῶρο στόν ἑαυτό τους γιά τόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο. Γιά τόν σύγχρονο κόσμο, ἡ ταπείνωση δέν ἀποτελεῖ ἀρετή, ἀλλά ἀδυναμία. Ὁ καθένας θά πρέπει νά εἶναι ὁ ἑαυτός του, ἕνα μεγάλο Ἐγώ πού θά πρέπει νά ἀντιστέκεται σέ κάθε πρόκληση ἀλλαγῆς ἤ μεταβολῆς αὐτοῦ πού ἤδη εἶναι. Μάλιστα ὁ ἂνθρωπος εἶναι πεπεισμένος ὅτι ἔχει κάθε λόγο νά νιώθει περήφανος γιά τόν ἑαυτό του, νά πιστεύει στόν ἑαυτό του, στούς λογισμούς του, στά συναισθήματά του. Νομίζει ὅτι γνωρίζει ἀρκετά γιά τόν ἑαυτό του καί ὅτι δέν χρειάζεται τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ γιά νά μάθει ποιός πραγματικά εἶναι. Στήν ζωή ἑνός τέτοιου ἀνθρώπου δέν ὑπάρχει τόπος γιά νά γεννηθεῖ ὁ Χριστός.

Σήμερα εἶναι Χριστούγεννα, ὅλοι τά γιορτάζουν, ἀλλά λίγοι καταλαβαίνουν τί πραγματικά ἔχει συμβεῖ μέ τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο. Σύμφωνα με τίς διηγήσεις τῶν Εὐαγγελίων, οἱ ἐπίσημοι τῆς πόλης καί οἱ μορφωμένοι τῆς ἐποχῆς παρερμήνευσαν τό γεγονός. Ἐκεῖνοι πού νομίζουν ὅτι ἔχουν πολλές γνώσεις καί γνωρίζουν καλύτερα ἀπό τόν καθένα τί πραγματικά ἰσχύει μέ τόν Θεό καί τόν κόσμο, ἔχουν συχνά μιά προβληματική σχέση μαζί Του. Νά δώσει ὁ Θεός νά γνωρίζουμε ὅσο περισσότερα γίνεται γιά τόν Θεό καί ἡ γνώση αὐτή νά μᾶς ὁδηγεῖ μαζί μέ τούς ποιμένες καί τούς Μάγους στήν προσκύνηση τοῦ Θεοῦ.