1000
Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors
ΟΜΙΛΙΕΣ

Ομιλία του Δρ. Ιωάννου Μπέκου – Εις τα ‘Αγια Πάθη

Προσκυνώντας τά Πάθη

Εἰσερχόμαστε στήν Ἁγία καί Μεγάλη Ἑβδομάδα γιά νά γιορτάσουμε τά Ἅγια Πάθη τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή, «τοὺς ἐμπτυσμούς, τὰ ῥαπίσματα, τὰ κολαφίσματα, τὰς ὕβρεις, τοὺς γέλωτας, τὴν πορφυρᾶν χλαίναν, τὸν κάλαμον, τὸν σπόγγον, τὸ ὄξος, τοὺς ἤλους, τὴν λόγχην, καὶ πρὸ πάντων, τὸν σταυρόν, καὶ τὸν θάνατον». Ἡ κορυφαία ἑβδομάδα τοῦ χρόνου κατά τήν ὁποία κορυφώνεται ἡ πορεία πρός τόν Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση, φέρνει ἐνώπιόν μας τόν Θεό νά πάσχει ὡς ἄνθρωπος, νά παθαίνει κατά ἕναν τρόπο πού ταιριάζει στούς ἀνθρώπους πού ἁμαρτάνουν, ἀλλά πού σίγουρα δέν ταιριάζει στόν ἀναμάρτητο Θεό. Παράδοξα εἶναι τά πάθη τοῦ Χριστοῦ καθώς προβάλλουν τόν τρόπο τοῦ Θεοῦ γιά νά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἕναν τρόπο ἀντίθετο σέ σχέση μέ τόν τρόπο πού ἄνθρωποι σκέπτονται καί ἐνεργοῦν γιά τά συμφέροντά τους.  Ὁ τρόπος τοῦ Θεοῦ προϋποθέτει τά παράδοξα πάθη Του, ἀλλά εἶναι ὁ μοναδικός τρόπος μέ τόν ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος θά μποροῦσε νά σωθεῖ καί ἀπό τόν ψυχικό καί πραγματικό θάνατο πού συνέβη ἀμέσως μετά τήν παρακοή καί τόν χωρισμό τῆς ψυχῆς ἀπό τόν Θεό, ἀλλά καί ἀπό τόν θάνατο τοῦ σώματος πού συνέβη στή συνέχεια.  Κατανοεῖ κανείς τά παράδοξα πάθη τοῦ Χριστοῦ μετέχοντας σέ αὐτά. Ἀλλά τί μπορεῖ νά σημαίνει μιά τέτοια μετοχή;

Ὁ Χριστός ἔπαθε τά πάθη πού ὁ ἄνθρωπος τά ὑποφέρει γιατί ταιριάζουν στή φύση του.  Ἀπό τή φύση μας προέρχονται ἡ πείνα, ἡ δίψα, ἡ κόπωση, ἡ λύπη, ἡ ἀγωνία, ὁ σταυρός, ὁ θάνατος. Καί ὁ Θεός ἔπαθε τά δικά μας πάθη κυριαρχώντας πάνω σε αὐτά, ὥστε νά γίνουν κι ἀπό ἐμᾶς ὑποχείρια, βλέποντας τά ἀποτελέσματα τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ καί μήν μένοντας στά φαινόμενα. Παράδειγμα αὐτῆς τῆς ἐξέλιξης πού ἀντιστοιχεῖ σέ ἀλλαγή τῆς γνώμης πού ἔχει κανείς γιά τά συμβάντα τοῦ κόσμου, εἶναι ὁ ληστής στόν Σταυρό. Κοιτώντας τόν Χριστό ὁ ληστής δέν βλέπει τά φαινόμενα, δηλαδή, τά ραπίσματα, τούς ἐμπτυσμούς, τά καρφιά, τόν σταυρό, τή λόγχη, τά περιπαίγματα. Βλέπει πέρα ἀπό τά φαινόμενα καί ἔτσι μπορεῖ νά ἀντικρύζει τούς ἀγγέλους πού βρίσκονται ὁλόγυρα, τόν ἥλιο νά ἀναχωρεῖ ἀπό τό στερέωμα ἐπιφέροντας τό σκοτάδι, τό καταπέτασμα νά σχίζεται στά δύο, τή γῆ νά τρέμει, τούς νεκρούς νά εἶναι ἕτοιμοι νά βγοῦν ἀπό τούς τάφους. Καί τότε, ἐνῶ βλέπει ἕναν ἄνθρωπο νά ὑποφέρει τά πάθη του, μπορεῖ καί τόν προσκυνάει ὡς Θεό γιατί τά ὅπλα του πιά δέν εἶναι τά ὅπλα πού παλιά εἶχε καί τώρα ἔχει πετάξει, τά ὅπλα μέ τά ὁποῖα οἱ ἄνθρωποι ἀντιλαμβάνονται τόν κόσμο, ἐπιδιώκουν ἐπιτεύγματα καί λύνουν τίς διαφορές τους. Τώρα πιά τά ὅπλα του εἶναι ἡ πίστη καί εἶναι σίγουρο ὅτι χωρίς τήν πίστη κανείς δέν μπορεῖ νά δεῖ καί νά ἀναγνωρίσει τόν Θεό στά πάθη Του.

Γιά νά δεῖ κανείς τόν Θεό καί τά πάθη τοῦ Χριστοῦ νά ἀποκτήσουν νόημα γιά τή ζωή του, θά πρέπει νά κατανοήσει ὅτι ὁ Θεός παθαίνει αὐτά πού ταιριάζουν στούς ἀνθρώπους καί ταυτόχρονα ἐνεργεῖ κατά τόν τρόπο πού ταιριάζει στόν ἴδιο τόν Θεό.  Ἔτσι, ἀπό τή μιά, μᾶς βεβαιώνει ὅτι εἶναι πλήρης ἄνθρωπος, ἕνας ἀπό ἐμᾶς πού γνωρίζει πολύ καλά ὅλα αὐτά πού οἱ ἄνθρωποι ἀποκαλοῦν στεναχώριες, δυσκολίες καί θλίψεις καί ἀπό τήν ἄλλη, ζητάει ἀπό τόν Πατέρα τή συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν τῶν ἀνθρώπων μέ μεγαλοψυχία, σάν νά μήν πάσχει. Μέ τόν τρόπο αὐτό μαθαίνουμε ὅτι ἡ αἰτία πού πάσχουμε δέν εἶναι τά πάθη, δηλαδή, οἱ δυσκολίες τῆς ζωῆς, οἱ θλίψεις, οἱ δοκιμασίες καί ἐκεῖνα ἤ ἐκεῖνοι πού τά προκαλοῦν. Ἡ πραγματική αἰτία εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, ἡ μικροψυχία μας καί ἡ στεναχώρια μας ἀπό τά ὅσα μᾶς συμβαίνουν κι ὄχι ἡ ἄδικη κατηγορία ἤ ἡ ἀναπάντεχη προσβολή πού, ἄν σκεφτοῦμε χριστιανικά, ἀποτελοῦν εὐκαιρία διόρθωσης τῶν λαθῶν καί ἀνόδου στήν κλίμακα τῶν ἀρετῶν. Ὁ Ἰησοῦς πάθαινε καί μάλιστα ἄδικα καί ἡ ἀντίδρασή του ἦταν ἡ συγχώρεση. Ἡ μίμηση τοῦ Ἰησοῦ γιά τόν τρόπο πού πρέπει νά παθαίνουν οἱ χριστιανοί σημαίνει μετοχή στά πάθη τοῦ Χριστοῦ. Μαθαίνοντας κανείς νά παθαίνει κατά ἕναν χριστιανικό τρόπο, μαθαίνει κι ἄλλα νοήματα γιά τόν χαρακτήρα τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου.

Ὁ Θεός παθαίνει ὅλα αὐτά πού θεωροῦνται ντροπή ἀπό τούς ἀνθρώπους νά συμβαίνουν στή ζωή τους. Τό ράπισμα, ὁ ἐμπαιγμός, τό περίπαιγμα καί ὅλα τα ἄλλα πού ἔπαθε ὁ Χριστός, πλημμυρίζουν μέ ντροπή ὅσους φανοῦν ἄτυχοι νά τά ὑποστοῦν.  Ἀλλά οἱ μαθητές Του γράφοντας τά Εὐαγγέλια δέν ντρέπονται γι’ αὐτά καί τά περιγράφουν μέ καθαρότητα καί ἀντικειμενικότητα γιατί τά θεωροῦν τιμή κι ὄχι ντροπή. Πιστεύουν ὅτι εἶναι τιμή γι’ αὐτούς νά παθαίνει ὁ Θεός γιά χάρη τους, γιά χάρη ὅλων των ἀνθρώπων. Ντροπή θά ἦταν νά ἀπολαμβάνει κανείς τιμές καί μάλιστα γιά χάρη τοῦ ἐαυτοῦ του. Ὁ Χριστός μᾶς μαθαίνει τί θά πρέπει νά θεωροῦμε τιμή καί τί ντροπή καί μᾶς καλεῖ νά κάνουμε ἄλλες σκέψεις ἀπό ἐκεῖνες πού θεωροῦνται αὐτονόητες στόν κόσμο μας. Μαθαίνοντας ἀπό τόν Χριστό στήν πραγματικότητα μετέχουμε στά πάθη του κι αὐτή ἡ μετοχή εἶναι ἡ κατανόηση ὅτι οἱ θλίψεις καί οἱ δυσκολίες, κι ὄχι ἡ ἀπουσία τους, μποροῦν νά ἀποδώσουν ἀξία καί τιμή, ἰδιαίτερα ὅταν κανείς συμβεῖ νά θλίβεται καί νά δυσκολεύεται γιά χάρη τῶν ἀδελφῶν του, ἀφήνοντας στήν ἄκρη τά συμφέροντα τοῦ ἐαυτοῦ. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι κανείς ὑποφέρει καί παθαίνει μόνος του ἀκόμα καί ὅταν περιστοιχίζεται ἀπό δικούς του ἀνθρώπους πού τόν διαβεβαιώνουν ὅτι νιώθουν τόν πόνο του. Μόνο ἐκεῖνος πού θλίβεται κατανοεῖ τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ θλίψη. Γι’ αὐτό καί ὅταν κανείς συνδέσει τό πάθος του μέ τούς ἄλλους γιά χάρη τους, τότε τό πάθος γίνεται τιμή. Γιατί τότε ὁ πιστός δέν ἀναζητεῖ τόν ὑπαίτιο τῶν παθῶν του, δέν καταφέρεται ἐναντίον τῶν ἄλλων μέ βρισιές καί σκληρότητα, ἀλλά συμπεριφέρεται ὅπως καί ὁ Χριστός, μέ πραότητα καί ἠπιότητα. Ὅταν τά πάθη τοῦ Χριστοῦ γίνονται τιμή γιά τούς ἀνθρώπους, τότε μποροῦν νά γίνουν καί θεμέλιο τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, τότε εἶναι πού κανείς μπορεῖ μαζί μέ τόν Ἅγιο Ἰωάννη Χρυσόστομο νά ἀναφωνήσει ὅτι τά πάθη τοῦ Χριστοῦ «εἶναι τά ἅγιά μας». Ἀλλά μιά τέτοια ἐξέλιξη δέν εἶναι στό χέρι μας, ἀλλά στό χέρι τοῦ Θεοῦ καί τῆς χάριτός Του ἔτσι ὅπως ἀκριβῶς συνέβη μέ τούς μαθητές τοῦ Κυρίου.

Γνωρίζουμε ὅτι οἱ ἴδιοι οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ, παρά τό γεγονός ὅτι ὁ Χριστός τοῦ εἶχε ἀποκαλύψει τά ἐπερχόμενα πάθη Του, δέν μποροῦν νά κατανοήσουν τό μυστήριο τῆς Οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ ἔχοντας στό μυαλό τούς τιμές καί δόξες μιᾶς ἐπίγειας βασιλείας. Λυποῦνται μόλις ἀκοῦν γιά τά ἐπερχόμενα δεινά, γιατί δέν μποροῦν νά δεχθοῦν ὅτι ἐκεῖνος πού τόσο εὐεργέτησε τόν λαό του μέ τά θαύματά του, ἀξίζει νά πεθάνει. Δέν ταιριάζει μέ τόν ἀνθρώπινο τρόπο σκέψης μιά τέτοια ἐξέλιξη τῆς ἱστορίας τοῦ Ἰησοῦ, γιατί οἱ ἄνθρωποι εἶναι πεπεισμένοι ὅτι ὅποιος εὐεργετεῖ καί μάλιστα μέ πρωτόγνωρο καί μοναδικό τρόπο τούς ἀνθρώπους, θά πρέπει νά ἀμείβεται κατάλληλα καί νά ἐπευφημεῖται, ὄχι νά σταυρώνεται καί νά πεθαίνει ἕναν ἀτιμωτικό θάνατο.   Ἄλλωστε, ἕνας βασιλιάς θά πρέπει νά βασιλεύει κι ὁ Χριστός εἶναι βασιλιάς. Ἐνῶ ὁ Χριστός συνυφαίνει τό πάθος Του μέ τά θαύματα καί τή διδασκαλία Του σέ μιά ἑνότητα, μέ τόν ἕνα νά ἀποτελεῖ συνέχεια καί ἀποτέλεσμα τοῦ ἄλλου, οἱ μαθητές τοῦ Κυρίου προτιμοῦν τήν ἄνεση τῶν θαυμάτων καί τήν ὀμορφιά τῆς διδασκαλίας γιά τήν ἐπερχόμενη Βασιλεία. Ὅπως συμβαίνει γενικά μέ τούς ἀνθρώπους, δέν θέλουν νά στεναχωρηθοῦν, δέν θέλουν νά ὑποφέρουν καί προτιμοῦν νά περάσουν κατευθείαν στή δόξα τῆς Βασιλείας καί ἐπειδή ἔτσι ἀκριβῶς σκέπτονται, σκέπτονται λάθος. Ὁ Χριστός τούς ἀνακοινώνει ὅτι ἀνεβαίνοντας στά Ἱεροσόλυμα θά ὑποστεῖ ποικίλα πάθη μέ κατάληξη τόν σταυρό, τόν θάνατο καί τήν ἀνάσταση καί οἱ μαθητές του, καί μάλιστα οἱ κορυφαῖοι ἀπό αὐτούς, οἱ γιοί τοῦ Ζεβεδαίου, ζητοῦν πρωτοκαθεδρίες, ζητοῦν τήν ἀνταμοιβή τους γιά τό γεγονός ὅτι ὑπάρχουν ὡς καλοί μαθητές δίπλα στόν Κύριο.  Βέβαια ἔχουν τή δικαιολογία ὅτι ἀκόμα δέν εἶχε συμβεῖ ὁ σταυρικός θάνατος καί δέν εἶχε δοθεῖ ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὥστε τελικά νά ἀποδειχθοῦν ἀνώτεροι κάθε πάθους ὡς ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλά γιά ἐμᾶς δέν ὑπάρχει καμία δικαιολογία. Ὁ Χριστός ἔχει σταυρωθεῖ, ἔχει ἀναστηθεῖ, ἔχει στείλει τόν Παράκλητο καί μπορεῖ κανείς ζώντας μέσα στήν Ἐκκλησία νά ἑλκύσει τήν χάρη τοῦ Θεοῦ κατανοώντας τό μυστήριο τοῦ πάθους τοῦ Χριστοῦ πού ὁδηγεῖ στήν Ἀνάσταση κι ἀπό ἐκεῖ στούς Οὐρανούς. Δέν μποροῦμε νά κάνουμε σάν νά μήν ἔχει συμβεῖ τίποτα ἀπό ὅλα αὐτά, σάν νά μήν μποροῦμε νά ἀνέβουμε τήν κλίμακα τῶν ἀρετῶν πού ὁδηγεῖ στόν Θεό, σάν νά μήν μποροῦμε νά ἀγρυπνήσουμε κοντά Του.

Ἡ προσευχή τοῦ Ἰησοῦ στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ μᾶς δείχνει ἕνα κρίσιμο σημεῖο. Ὅσοι μετέχουν στά πάθη τοῦ Χριστοῦ, μετέχουν ἐλεύθερα καί μέ ὑπακοή, χωρίς ὅρια. Ξενίζει τόν σύγχρονο ἄνθρωπο ὁ συνδυασμός ἐλευθερίας καί ὑπακοῆς, ἀλλά ἔτσι θέλει ὁ Θεός νά βλέπουμε τή σχέση μας μαζί Του. Ἡ ἐλεύθερη ἐπιλογή τοῦ Χριστοῦ νά πάθει καί ἡ ὁποία ἐπιβεβαιώθηκε μέ τή φράση «οὐχ ὡς ἐγὼ θέλω ἀλλ’ ὡς σύ» δείχνει τή σχέση τῆς ἐλευθερίας με τήν ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γνωρίζουμε πολύ καλά ὅτι λόγῳ τῆς παρακοῆς μας χάσαμε τόν Παράδεισο καί καταλήξαμε στή θνητή καί ἁμαρτωλή κατάστασή μας. Παρά τίς τρομερές συνέπειες τῆς παρακοῆς πού τίς ζοῦμε καθημερινά στίς ζωές μας, δέν εἴμαστε καί πολύ σίγουροι ὅτι ἡ ὑπακοή εἶναι ἀρετή καί μάλιστα μιά ἀρετή πού δίνει ζωή αἰώνια. Ἀντίθετα εἴμαστε σίγουροι ὅτι ἡ ἐπικράτηση τῆς γνώμης μας κι ὁ ἀγώνας γιά τήν προβολή καί τήν ὑπεράσπισή της, ἐξασφαλίζουν μέ τόν καλύτερο τρόπο τά συμφέροντα τά δικά μας καί τῆς οἰκογένειάς μας. Δέν περνάει ἀπό τό μυαλό μας ὅτι ἐνδεχομένως ὁ Θεός νά διαφωνεῖ μέ τή γνώμη μας καί τίς ἐπιλογές μας. Τά πάθη τοῦ Χριστοῦ δείχνουν ὅτι χωρίς τήν ὑπακοή στόν Θεό καί στό θέλημά Του, δηλαδή τό θέλημα καί τοῦ Πατέρα καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν ὑπάρχει μετοχή στά πάθη Του, δέν ὑπάρχει ἐλπίδα.

Ἀπέναντι στίς πολλές ἐλπίδες τῶν ἀνθρώπων γιά πολλά καί σημαντικά πράγματα, ἐκεῖνος πού μετέχει στά πάθη τοῦ Χριστοῦ ἀποκτάει τή σίγουρη ἐλπίδα τῆς ἀνόδου στόν Οὐρανό. Ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου παθαίνει ὥστε τῆς καθόδου Του ἀπό τούς Οὐρανούς νά ἀκολουθήσει ἡ ἄνοδος τῶν ἀνθρώπων πρός τόν Θεό. Σέ αὐτή τήν πορεία, ἡ ἐλπίδα τῆς πνευματικῆς μας ἀνόδου πάνω ἀπό τή γῆ καί τελικά κοντά στόν Θεό, θά συναντήσει τήν ἀγάπη καί τήν ταπείνωση. Μέ τά πάθη τοῦ Χριστοῦ, ὅπως βέβαια καί μέ τήν Ἐνσάρκωση καί τήν Ἀνάσταση, μαθαίνουμε τήν ὑπερβολή τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρός ἐμᾶς. Ἀντιλαμβανόμενοι τό μέγεθος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τήν ἔπαρση τοῦ ἐγωισμοῦ γιατί ὁ Θεός μᾶς ἀνυψώνει τόσο πολύ χωρίς νά ἔχουμε προσφέρει τίποτα, ἀλλά καί μᾶς κρατάει στήν ταπείνωση γιά νά γίνουμε ταπεινότεροι βλέποντας μέ σύνεση τό μέγεθος τῆς ἐπαγγελίας καί τῆς εὐεργεσίας. Γιά τί πράγμα μπορεῖ κανείς πιά νά ὑπερηφανευτεῖ ὅταν ὁ Θεός πεθαίνει κι ἐμεῖς ἀποκτοῦμε τή σωτηρία μας χωρίς καμία δική μας συνεισφορά; Ἄν κανείς δέν μπορεῖ νά ὑπερηφανευτεῖ γιά τίποτα μπροστά στά πάθη τοῦ Χριστοῦ τότε, μιμούμενοι τόν Κύριο, ἀγάπη πρέπει νά ἔχουμε καί γιά τόν Θεό, ἀλλά καί γιά τούς ἀνθρώπους. Σέ διαφορετική περίπτωση, θά πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι τά πάθη τοῦ Χριστοῦ δέν μᾶς ἔχουν ἀκόμα ἀγγίξει, παραμένοντας ἀκατανόητα. Ἡ ἀγάπη γιά τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπο ἀποτελοῦν μετοχή στά πάθη τοῦ Χριστοῦ.

Ἔτσι περιγράφουν οἱ Πατέρες μας τήν πορεία τῶν πιστῶν χριστιανῶν μέσα στή Μεγάλη Ἑβδομάδα. Καθένας πού κάτι ἀπό ὅλα αὐτά μπορεῖ νά δεῖ, θά μπορέσει μέ τήν ψυχή του νά ἀπευθυνθεῖ πρός τόν Χριστό καί νά προσκυνήσει τά πάθη Του.