1000
Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors
ΟΜΙΛΙΕΣ

Ομιλία του Δρ. Ιωάννου Μπέκου – Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως – Ἀκόλουθοι Χριστοῦ

Τήν Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ νά προσκυνήσουμε τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου καί μᾶς ὑπενθυμίζει τήν ἐντολή τοῦ Χριστοῦ νά γίνουμε ἀκόλουθοί Του σηκώνοντας τόν σταυρό μας, ὅπως ἐκεῖνος σήκωσε τόν δικό Του σταυρό.  Ἡ προσκύνηση τοῦ Σταυροῦ δέν ἐξαντλεῖται σέ μιά ἐξωτερική, δημόσια καί ἀνέξοδη κίνηση σεβασμοῦ καί τιμῆς πρός τόν Σταυρό. Ἡ προσκύνηση τοῦ Σταυροῦ σημαίνει ἤ θά πρέπει νά σημαίνει μετοχή στό μυστήριο τοῦ σταυροῦ πού ἀντιπαλεύει τό μυστήριο τῆς ἀνομίας πού μέλλει κάποτε νά ἀποκαλυφθεῖ στήν πληρότητά του.  Στήν πραγματικότητα, οἱ χριστιανοί καλοῦνται νά κάνουν πράξη τήν ἐπιλογή τους νά μιμηθοῦν τόν ἐσταυρωμένο Χριστό στήν καθημερινή τους ζωή κάτι πού προϋποθέτει τήν κατανόηση τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ.

Πολύ συχνά οἱ ἄνθρωποι ἀναφέρονται στόν σταυρό πού σηκώνουν κι ἐννοοῦν τίς θλίψεις καί τίς δοκιμασίες πού τούς συμβαίνουν καί οἱ ὁποῖες ἄλλωστε πάντα συνοδεύουν τήν ἀνθρώπινη ζωή.  Ἐπίσης, συνδέουν τόν σταυρό πού σηκώνουν μέ τήν προσδοκία ὁ Θεός νά τούς δώσει ὅ,τι τούς λείπει καί ἡ ἀπουσία τοῦ ὁποίου τούς κάνει νά θλίβονται καί νά δυσκολεύονται στή ζωή τους.  Σέ κάθε περίπτωση, νιώθουν ὅτι τά δεινά της ζωῆς δέν τούς ἀξίζουν, ὅτι εἶναι ἀδικημένοι ἀπό τήν ζωή καί τούς συνανθρώπους τους καί ὅτι ὁ Θεός σάν νά τούς ξέχασε στήν δοκιμασία τους.  Ὅλα αὐτά, ὅμως, εἶναι ἀνθρώπινες σκέψεις μέ ἐπίκεντρο τήν κατάσταση τῶν ἀνθρώπων, σκέψεις πού ἀποδίδουμε σέ ἕνα μυστήριο πού ὡστόσο δέν κατανοοῦμε.  Θά ἦταν χρήσιμο μέ ἀφορμή τῆς ἑορτή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως  νά κάνουμε καί κάποιες σκέψεις ἀπό αὐτές πού ὁ Θεός θά ἤθελα νά κάνουμε γιά τόν χαρακτήρα τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ, γιά τό πῶς ἐνεργεῖται αὐτό τό μυστήριο, δηλαδή, τί σημαίνει νά σηκώνει κανείς τόν σταυρό του.

Μελετώντας τά κείμενα τῆς Ἐκκλησίας μας βλέπουμε ὅτι πρίν ἀκόμα γίνει πραγματικότητα ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου, τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ ἦταν παρών στήν ζωή τῶν Προπατόρων.  Τόν σταυρό του σήκωσε ὁ Ἀβραάμ ὅταν ἀνταποκρίθηκε στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ «βγές ἀπό τή γῆ σου καί τήν συγγένειά σου καί ἔλα στή γῆ πού θά σοῦ δείξω».  Ὁ Θεός ζήτησε ἀπό τόν Ἀβραάμ νά φύγει ὁριστικά ἀπό τήν κατά σάρκα πατρίδα του, νά νεκρωθεῖ σέ σχέση μέ τόν κόσμο, ἀφήνοντας πίσω του συγγενικούς δεσμούς, δεσμούς ἐξ’ αἵματος, κι ὅλα αὐτά χωρίς στήν πραγματικότητα νά ἀποκομίζει κάποιο χειροπιαστό ἀγαθό.  Ἡ ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ πρός τόν Ἀβραάμ περιοριζόταν μόνο στό νά δείξει τή γῆ πρός τήν ὁποία θά ἔπρεπε νά πορευτεῖ.  Ὁ Θεός θά τοῦ δείξει, δέν θά τοῦ δώσει γῆ.  Σάν ἄλλος μετανάστης ὁ Ἀβραάμ φεύγει καί δέν ξέρει πού συγκεκριμένα πηγαίνει, παραιτεῖται ἀπό ὅλα ἐκεῖνα πού δεσμεύουν τόν ἄνθρωπο μέ ἕναν συγκεκριμένο τόπο ― τήν περιουσία, τήν οἰκογένεια, τούς συγγενικούς δεσμούς ― καί ταυτόχρονα δέν ἐπιζητεῖ κάποια ἄλλη γῆ γιά νά πάρει τήν θέση ἐκείνης πού ἄφησε πίσω του.  Ὁ Ἀβραάμ σηκώνει τόν σταυρό του ὑπακούοντας στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ καθώς τοῦ ἀρκεῖ ὅτι ὁ Θεός θά τοῦ δείξει αὐτή τήν ἄλλη γῆ πρός τήν ὁποία θά πορεύεται.  Αὐτή ἡ ἄλλη γῆ δέν κατέχεται, δείχνεται, καθώς ἀποτελεῖ πνευματική γῆ, τήν βασιλεία Του.

Οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ δείχνουν τό νόημά τους καί μέ τήν τήρησή τους καλεῖται κανείς  πρός κάτι πού δείχνεται κι ὄχι πρός κάτι πού κατέχεται.  Αὐτό εἶναι σταυρός γιατί οἱ ἄνθρωποι, ἀκόμα καί στήν σχέση τους μέ τόν Θεό, προτιμοῦν τήν κατοχή, θέλουν νά ἔχουν στά χέρια τους συγκεκριμένα τεκμήρια καί ἀποδείξεις πού νά δικαιολογοῦν τήν σχέση τους μαζί Του καί ἀναμένουν τήν ἀνταπόκριση τοῦ Θεοῦ μέ συγκεκριμένα ἀγαθά.  Δέν εἶναι συχνά ἱκανοποιημένοι μόνο μέ ὑποσχέσεις, ἀκόμα κι ἄν αὐτές προέρχονται ἀπό τόν Θεό καί δέν εἶναι βέβαιοι ὅτι ὁ Θεός θά ἀνταποκριθεῖ στήν καλή τους θέληση νά τηροῦν τίς ἐντολές Του κατά τόν τρόπο πού αὐτοί νομίζουν.  Ἀλλά ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν δέν μοιάζει μέ τά συμβόλαια ἀμοιβαίου συμφέροντος πού κάνουν οἱ ἄνθρωποι μεταξύ τους, δέν ἀφορᾶ ἀγαθά ἀπό ἐκεῖνα πού ὁ ὁποιοσδήποτε θά ἤθελε νά ἀποκτήσει, δηλαδή, ἀγαθά του κόσμου πού δεσμεύουν τόν ἄνθρωπο μέ τή γῆ.  Ἔτσι, γιά παράδειγμα, ἡ ὑπομονή στίς θλίψεις καί τίς δοκιμασίες τῆς ζωῆς ὅταν κανείς σηκώνει τόν σταυρό του, δέν ἔχει ὡς σκοπό τήν ἐξάλειψη τῶν θλίψεων καί τῶν δοκιμασιῶν κατά τόν τρόπο πού τήν ἀντιλαμβάνονται ἡ ἄνθρωποι, ἀλλά τήν θέαση τῆς οὐράνιας πόλης πρός τήν ὁποία δείχνουν οἱ θλίψεις καί οἱ δοκιμασίες.  Ὁ σταυρός τόν ὁποῖο κανείς σηκώνει θά πρέπει νά δείχνει τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.  Σταυρός εἶναι νά θέλει κανείς νά δεῖ αὐτό πού δείχνεται μέ τό λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀδιαφορώντας γιά ὅσα κανείς θά ἤθελε νά κατέχει, νά ἀποκτήσει.  Τότε εἶναι πού κατανοεῖ κανείς τί σημαίνουν τά λόγια τοῦ Ἄπ. Παύλου ὅτι ὁ κόσμος γιά τόν ἴδιο «νεκρώθηκε καί καταργήθηκε».  Τότε κανείς βρίσκει λύση στά προβλήματά του.

Ὅταν ὁ χριστιανός σηκώνει τόν σταυρό του κοιτώντας τήν πνευματική γῆ στήν ὁποία ὁδηγεῖ ὁ δρόμος πού διάλεξε, ὅταν δηλαδή ὁ κόσμος θά ἔχει σταυρωθεῖ γι’ αὐτόν, τότε μπορεῖ κι ἐκεῖνος μέ τήν σειρά του νά σταυρωθεῖ γιά τόν κόσμο.  Ἡ μετοχή στό μυστήριο τοῦ σταυροῦ δέν εἶναι μόνο ἡ ἀπόφαση νά κινηθεῖ κανείς μέ προσανατολισμό τόν Θεό καί τήν Οὐράνια πόλη.  Αὐτή ἡ ἀπόφαση ἐξελίσσεται καί ὁδηγεῖ καί σέ μιά ἐσωτερική ἐργασία, μιά ἐργασία στήν καρδιά, μιά ἐργασία γιά τήν καταπολέμηση τῶν παθῶν καί τήν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν.  Τό ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ἐξέλιξης εἶναι νά γίνει ὁ πιστός χριστιανός ἀκόλουθός του Χριστοῦ, δηλαδή, νά ζεῖ σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο καλλιεργώντας κάθε ἀρετή, ἕτοιμος νά μήν λυπᾶται τόν ἑαυτό τοῦ ὅταν τό ἀπαιτεῖ ὁ καιρός, ἕτοιμος νά προσβληθεῖ καί τελικά νά πεθάνει ἕναν θάνατο ὥστε νά μπορέσει νά ζήσει.  Πεθαίνει κανείς γιά τόν Χριστό καί τό Εὐαγγέλιο ὅταν σταυρώνεται γιά τόν κόσμο, ἀλλά καί ὅταν ὁ κόσμος ἔχει γιά τόν ἴδιο σταυρωθεῖ καί καταργηθεῖ.   Αὐτά εἶναι τά δύο μυστήρια τοῦ Σταυροῦ, ἀλλά ἡ κατανόησή τους εἶναι δύσκολη.

Εἶναι ἀλήθεια ὅτι γιά νά σηκώσει κανείς τόν σταυρό του κατανοώντας τό μυστήριο πού τόν περιβάλλει, θά πρέπει νά εἶναι ἕτοιμος νά ἀμφισβητήσει βεβαιότητες τῶν ἀνθρώπων.  Τά πράγματα δέν εἶναι ὅπως τά βλέπουν οἱ ἄνθρωποι καί ὁ σταυρός δέν εἶναι ὅ,τι φαίνεται. Ἡ ἄνομη ζωή, δηλαδή ἡ ζωή πού χαρακτηρίζεται ἀπό τήν ἀπόρριψη  τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ νά σηκώσει ὁ ἄνθρωπος τόν σταυρό του, φαντάζει ἔνδοξη, ἐπιθυμητή, εὐχάριστη, πλούσια, πετυχημένη, σωτήρια, ἀλλά στήν πραγματικότητα, ὅπως ἀποκαλύπτεται, εἶναι μιά ζωή πού ὅποιος τήν ζεῖ πεθαίνει:   «ὅς γάρ ἄν θέλη τήν ψυχήν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν» (Μάρκ. 8, 35).  Ἀπό τήν ἄλλη, ἡ ζωή πού συνδέεται μέ τόν σταυρό ἐνῶ φαινομενικά παρουσιάζεται  νά προξενεῖ ταπείνωση, πόνο, ἀπόρριψη, ἀποφυγή ἡδονῶν καί προσφορά τῶν ὑπαρχόντων στούς ἄλλους, στήν πραγματικότητα γεννᾶ δόξα αἰώνια, ἡδονή ἀνέκφραστη, πλοῦτο ἀνεξάντλητο καί τώρα καί στό μέλλον σώζοντας τόν ἄνθρωπο: «ὅς δ’ ἄν ἀπολέση τήν ἐαυτοῦ ψυχήν ἕνεκεν ἐμοῦ καί τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν» (Μάρκ. 8, 35).

Ἀρνεῖται ὁ ἄνθρωπος νά σηκώσει τόν σταυρό του ὅταν δέν πιστεύει στό σωτήριο πάθος τοῦ Χριστοῦ, ὅταν δέν πιστεύει ὅτι τό πάθος σώζει.  Τήν ἴδια ἄρνηση ἐπιδεικνύει κι ἐκεῖνος πού ἀποκαλεῖται σαρκικός ἄνθρωπος καί ὁ ὁποῖος, λόγω ἀπιστίας στίς θεῖες ἐπαγγελίες, προτιμάει τά πρόσκαιρα ― τή δόξα, τά χρήματα, τίς ἡδονές καί τελικά τήν ἐπιθυμία νά ἐπιβάλλει τήν ἄποψή του στούς ἄλλους.  Ὅταν κανείς δέν πιστεύει καί ἄρα δέν ὑπολογίζει στήν ἀγαθότητα καί τήν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ, ἀντιλαμβάνεται τόν σταυρό ὡς «μωρία» καθώς δέν βρίσκει κανένα νόημα στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ νά σηκώσει τόν σταυρό του καί εἶναι πεπεισμένος ὅτι ἡ ἐντολή εἶναι λανθασμένη.  Πῶς νά κυριαρχήσει κανείς πάνω στούς ἄλλους σηκώνοντας τόν σταυρό του;   Σκέπτεται μέ ἀνθρώπινους λογισμούς τά θεϊκά ἔργα ὅπως ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου καί οἱ ἐντολές Του, ἐνῶ ὅλα τα τοῦ Θεοῦ ξεπερνοῦν τήν φύση, τήν σκέψη καί τήν λογική καί ἀπαιτοῦν τό πέρασμα τοῦ ἀνθρώπου στήν πίστη.

Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά σκεφτεῖ καί νά μετέχει στά ἔργα καί τίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ μόνο μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί εἶναι μέ τήν ἐκζήτηση τῆς βοήθειας τοῦ Θεοῦ μέ πίστη πού ὁ ἄνθρωπος σηκώνει τόν σταυρό του.  Σηκώνει τόν σταυρό του ἐκεῖνος πού ἀποκαλεῖται πνευματικός ἄνθρωπος καί ὁ ὁποῖος εἶναι πεπεισμένος ὅτι ὁ σταυρός εἶναι δύναμη καί σοφία πού δωρίζει ὁ Θεός καί ὅτι κανείς νικάει μέσω τῆς ἀσθένειας καί τῆς ἀδυναμίας, ἀνυψώνεται μέ τήν ταπείνωση καί πλουτίζει  μέ τό νά εἶναι «πτωχός τῷ πνεύματι».   Ὁ σαρκικός ἄνθρωπος δέν σηκώνει τόν σταυρό του καί γίνεται ἡ αἰτία τῶν πολέμων καί τῶν διαμαχῶν γιά νά ἐξασφαλίσει τά πρόσκαιρα νικώντας.  Ὁ πνευματικός ἄνθρωπος σηκώνει τόν σταυρό του καί γίνεται ὁ ἄνθρωπος τῆς εἰρήνης, ὁ ἄνθρωπος πού ὅλοι θά θέλαμε νά ἔχουμε ἀνάμεσά μας, ὁ ἄνθρωπος πού ἀντί νά ἐπιβληθεῖ προτιμάει νά ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του.  Ἡ σχέση μέ τόν σταυρό εἶναι πού ξεχωρίζει τούς ἀνθρώπους καί τελικά διακρίνει τόν πιστό ἀπό τόν ἄπιστο.  Ἡ ποιότητα τῆς σχέσης μέ τόν σταυρό δείχνει τόν βαθμό στόν ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕτοιμος νά ἀρνηθεῖ ὅλα αὐτά πού θεωρεῖ ὡς συμφέρον του καί νά ἀκολουθήσει τόν Χριστό φροντίζοντας τούς συνανθρώπους του.

Οἱ ἄνθρωποι δέν θέλουν νά ἀπαρνηθοῦν τόν ἑαυτό τούς γιατί τότε ποιός θά λύσει τά προβλήματά τους, ποιός θά πάθει γιά χάρη τους.  Νιώθουν σίγουροι ὅτι ὅταν πάσχουν καί στεροῦνται τά ἀγαθά πού ἐπιθυμοῦν, οἱ ἴδιοι πάσχουν καί κανείς ἄλλος.  Αἰσθάνονται πεπεισμένοι ὅτι ὅταν δοκιμάζονται, οἱ ἴδιοι δοκιμάζονται καί κανείς ἄλλος.  Πιστεύουν ὅτι κανείς δέν μπορεῖ νά τούς στηρίξει καί νά τούς παρηγορήσει.  Θεωροῦν τόσο πολύ δικό τους τό πάθος τους, ὥστε δέν μποροῦν νά τό περιφρονήσουν.  Ἀλλά ἡ γιορτή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως μᾶς θυμίζει ὅτι αὐτός πού κατεξοχήν πάσχει καί πάσχει γιά ἐμᾶς, ὄχι γιά τόν ἑαυτό του, εἶναι ὁ Χριστός.  Ἕνας ἄλλος πάσχει ὥστε τό δικό μας πάθος νά ἔχει κατάληξη τήν ἀνάσταση.  Στήν πραγματικότητα Ἐκεῖνος παθαίνει κι ἐμεῖς μιμούμαστε τό πάθος Του. Εἶναι σημαντικό νά πάσχουμε μέ τήν βεβαιότητα ὅτι κάποιος ἄλλος πάσχει γιά ἐμᾶς ὥστε νά μποροῦμε, ἀτενίζοντας τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ στόν Σταυρό, νά ἀπαρνηθοῦμε τόν ἑαυτό μᾶς ἀδιαφορώντας γιά τίς δοκιμασίες μας.

Ἔτσι τό κέντρο τῆς ἑορτῆς γίνεται ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου κι ὄχι ὁ δικό μας σταυρός πού συχνά συμβαίνει νά ἀπορροφάει τό ἐνδιαφέρον τῆς ὕπαρξής μας.  Κι αὐτό ἔχει σημασία γιατί ὁ Σταυρός παριστάνει ὅλη τήν οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ καί περικλείει ὅλο το μυστήριο τοῦ Χριστοῦ σάν ὅλο το κοσμοσωτήριο ἔργο νά συνέβη πάνω στόν Σταυρό καί μέσω τοῦ Σταυροῦ.  Ὅλα μέ τόν Σταυρό συνέβησαν συνοψίζει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός καθώς μέ τόν σταυρό καί μέσω τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καταργήθηκε ὁ θάνατος, συγχωρήθηκε τό προπατορικό ἁμάρτημα, ἀπογυμνώθηκε ὁ Ἅδης, χαρίστηκε ὡς δῶρο ἡ Ἀνάσταση, δόθηκε ἡ δύναμη γιά τήν περιφρόνηση τῶν παρόντων καί τοῦ θανάτου, ἄνοιξαν οἱ πύλες τοῦ παραδείσου, κάθισε ἡ ἀνθρώπινη φύση στά δεξιά του Πατέρα, ἔγιναν οἱ πιστοί παιδιά τοῦ Θεοῦ καί κληρονόμοι τῆς Βασιλείας Του.  Μέ ἄλλα λόγια, ἡ πρόσκληση τῆς Ἐκκλησίας νά προσκυνήσουμε τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου καί ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ νά σηκώσουμε τόν σταυρό μας συνδέονται μέ τό σύνολο τῆς σαρκικῆς παρουσίας τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ.  Δέν εἶναι, δηλαδή, ἡ σχέση μας μέ τόν σταυρό μία σχέση μεταξύ πολλῶν ἄλλων.  Ἡ σχέση μέ τόν σταυρό εἶναι ἡ κατεξοχήν σχέση πού θά πρέπει νά οἰκοδομήσει ὁ χριστιανός γιά νά γίνει ἀκόλουθος τοῦ Χριστοῦ.  Ὅλες οἱ ἄλλες σχέσεις πού συνάπτουν οι ἂνθρωποι ἀπό αὐτήν τρέφονται καί ἀπό αὐτήν παίρνουν τό νόημά τους.

Ἀκόλουθοί του Χριστοῦ καλούμαστε νά γίνουμε κι ὄχι ἀκόλουθοί του Πέτρου πού προέτρεψε τόν Χριστό νά μήν σηκώσει τόν σταυρό Του, νά μήν πάθει καί νά μήν πεθάνει μέ τήν σκέψη ὅτι δέν ταιριάζει στόν Μεσσία μιά τέτοια κατάληξη (Μτ. 16, 21-22).  Πρίν ἀποφασίσουμε νά σηκώσουμε τόν σταυρό μας στόν Πέτρο μοιάζουμε, βέβαιοι ὅτι γνωρίζουμε καλύτερα ἀπό τόν Θεό τί μᾶς ταιριάζει καί πῶς θά σωθοῦμε, σίγουροι ὅτι δέν ὑπάρχει κανένα νόημα ἀπό τήν ἀναστάτωση πού προκαλοῦν στίς ζωές μᾶς οἱ πειρασμοί, οἱ δυσκολίες, οἱ θλίψεις καί ὁ θάνατος.  Ἀντίθετα, σηκώνοντας τόν σταυρό μας, ἀφήνουμε πίσω μας τίς ἀνθρώπινες ἀντιλήψεις σάν τόν Ἀβραάμ πού ἄφησε πίσω του τήν γῆ του καί ἐπιλέγουμε νά ἀκολουθήσομε τόν Χριστό γιά νά μᾶς ὁδηγήσει μέ ἀσφάλεια στά πάθη Του καί τήν Ἀνάστασή Του μέ τήν ἐλπίδα νά κατανοήσουμε τί σημαίνει νά ζεῖ κανείς τήν βασιλεία Του σήμερα, στόν κόσμο αὐτό.