1000
Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors
ΟΜΙΛΙΕΣ

Ομιλία του Δρ. Ιωάννη Μπέκου – Ἔπαινος τῆς Θεοτόκου

           Γιορτάζουμε καί τιμοῦμε σήμερα τήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου γιά ὅλα ὅσα ἔκανε καί συνεχίζει νά κάνει γιά ὅλους μας. Ἀλλά γιά νά εἴμαστε εἰλικρινεῖς, ἡ προσπάθειά μας νά τιμήσουμε τήν Παναγία ξεπερνάει τίς δυνατότητές μας. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι οἱ ἴδιοι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας κάθε φορά πού ἐπιχειροῦσαν νά διατυπώσουν ἕνα λόγο τιμῆς καί δόξας πρός τήν Παναγία, ὁμολογοῦσαν τήν ἀδυναμία τους νά τό πράξουν μέ τόν κατάλληλο τρόπο. Κατανοοῦσαν πόσο μεγάλη εἶναι ἡ ἀξία καί ἡ σημασία τοῦ προσώπου τῆς Παναγίας καί αἰσθάνονταν ὅτι τά ὅρια τῆς γλώσσας δέν θά μποροῦσαν νά χωρέσουν τούς ὕμνους πού πραγματικά θά τῆς ταίριαζαν.

Εἶναι παράδοξο, ἀλλά τήν στιγμή πού νιώθουμε ἀδύναμοι νά ἀπευθύνουμε στή Θεοτόκο ἐπαίνους ταιριαστούς στή δόξα καί τή χάρη μέ τίς ὁποῖες ὁ Θεός περιβάλλει τή μητέρα του, ἡ Παναγία γίνεται ἡ αἰτία γιά νά ἐπαινεῖται ὁτιδήποτε ἐπαινετό ὑπάρχει στούς ἀνθρώπους. Καθετί ἐπαινετό στόν ἄνθρωπο, κάθε ἀγαθό πού τόν χαρακτηρίζει καί ἀξίζει τόν ἔπαινο, ἔχει ὡς αἰτία τήν ἕνωση μέ τόν Θεό πού καί αὐτή, ὅμως, ὀφείλεται στήν Παναγία. Πολλά εἶναι τά ἀγαθά πού ἔχουμε καί γιά τά ὁποῖα πιστεύουμε ὅτι ἀξίζουμε ἐπαίνους. Γιορτάζοντας τήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, διαπιστώνουμε ὅτι τά περισσότερα ἀπό τά ἀγαθά μας, ἄν ὄχι ὅλα, γιά τά ὁποία νομίζουμε ὅτι θά πρέπει νά ἐπαινοῦμε τόν ἑαυτό μας ἤ νά ἐπαινούμαστε ἀπό τούς ἀνθρώπους, δέν ἀξίζουν καμία δόξα, ἐκτός κι ἄν ἔχουν αἰτία τήν θέωση τήν ὁποία ὀφείλουμε στήν Παναγία. Μάλιστα αὐτή ἡ «ἐξάρτηση» ἀπό τήν Παναγία ἀφορᾷ ὄχι μόνο ὅλους τους ἀνθρώπους, ἀλλά καί ὁλόκληρη τήν κτίσῃ καί μάλιστα ἀπό τήν δημιουργία της. Γιά τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἁρμονία στήν κτίσῃ ἀλλά καί ἡ ἴδια ἡ ὕπαρξή της, ὅπως καί ὅλα τά δημιουργήματα, ἔγιναν γιά χάρη τῆς Παναγίας σέ τέτοιο βαθμό ὥστε τό ἐγκώμιο τοῦ Θεοῦ μέ τήν ὁλοκλήρωση τῆς δημιουργίας ὅτι ὅλα εἶναι «καλά λίαν» νά ἀποτελεῖ στή πραγματικότητα ἐγκώμιο τῆς Θεοτόκου. Ἡ Παναγία ἀποτελεῖ καρπό τῶν δημιουργημάτων πού τελικά ὁδηγεῖ σέ ἀνακαίνιση τῆς κτίσῃς ἀφοῦ ἀπό αὐτήν προῆλθε ὁ Χριστός, ἀλλάζοντας ὁλόκληρο τό σύμπαν. Θά μποροῦσε μάλιστα νά εἰπωθεῖ ὅτι ἡ Παναγία ὡς καρπός τῆς κτίσῃς, ἀποτελοῦσε τόν διακαῆ πόθο τῆς δημιουργίας. Ἄν ὁ Θεός εἶναι αὐτός πού ἐγκωμιάζει τήν Θεοτόκο, τότε κανένα ἀπό τά δικά μας ἐγκώμια καί τούς δικούς μας ἐπαίνους δέν ἐπαρκεῖ γιά νά ἀποδώσει τή δόξα της.

Ἄν ὅλα αὐτά δέν εἶχαν πρακτικές συνέπειες στήν ζωή τῶν ἀνθρώπων δέν θά ἀποτελοῦσαν τίποτα περισσότερο ἀπό θεολογικές ἐνασχολήσεις πού θά ἐνδιέφεραν μόνο τούς εἰδικούς θεολόγους. Ὁ χαρακτῆρας τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά καί ἡ κατασκευή τοῦ ἐξωτερικοῦ περιβάλλοντος πού συχνά ἀποκαλοῦμε κυρίαρχη κουλτούρα σέ ἕναν τόπο, εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς δοξολογίας καί τῶν ἐπαίνων ἀνθρώπων καί πραγμάτων πού θεωροῦνται σημαντικά γιά τό παρόν καί τό μέλλον τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς. Ἔχει σημασία ποιόν καί τί δοξάζουμε, γιατί μέ τή δόξα πού ἀποδίδουμε ὁμολογοῦμε σέ ποιούς ἤ σέ τί ἐναποθέτουμε τίς ἐλπίδες καί τήν καθοδήγηση τῆς ζωῆς μας. Μέ τήν δόξα πού ἀποδίδουμε δείχνουμε καί τήν αἰτία τῶν ἀγαθῶν πού νομίζουμε ὅτι πλουτίζουν τή ζωή μας καί ἐξασφαλίζουν ἀσφάλεια, σιγουριά καί πρόοδο. Καί κυρίως, τό εἶδος τῆς δόξας πού ἀποδίδουμε ἀντιστοιχεῖ καί στήν ἀντίληψη περί δικαιοσύνης πού υἱοθετοῦμε. Ὁ Θεός ἐπαινεῖ τήν κτίσῃ κι ἐγκωμιάζει τήν Παρθένο κι αὐτή εἶναι ἡ κρίση τοῦ Θεοῦ. 

Κατά τή δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, ἡ Παρθένος πρέπει νά ἐπαινεῖται κι ὄχι ὁποιοσδήποτε ἤ ὁτιδήποτε ἄλλο, ὁ ἄνθρωπος θά πρέπει νά σέβεται τή φύσῃ γιατί καρπός της εἶναι ἡ Παναγία ἀπό τήν ὁποία προῆλθε ὁ Σωτῆρας καί ἡ φύσῃ, ἡ ὑλική δημιουργία καί ὁ ἄνθρωπος κρίνονται καί ἀξιολογοῦνται ἀπό τήν στάση τους ἀπέναντι στήν κρίση τοῦ Θεοῦ καί ἀπό τήν δόξα πού ἀποδίδουν, μέ τήν Παναγία νά ἀποτελεῖ τήν κατ’ ἐξοχήν ἔκφραση τῆς δικαιοσύνης τοῦ δίκαιου Θεοῦ. Ὁ Θεός εἶναι φιλάνθρωπος, ἀλλά καί δίκαιος. Χορηγεῖ τίς εὐλογίες του, κάποιες φορές σέ ὅλους τους ἀνθρώπους χωρίς νά λαμβάνει ὑπ’ ὄψιν του τά ἔργα τους, καί κάποιες ἄλλες μόνο σέ ἐκείνους πού μέ τή ζωή τους ἑλκύουν τη χάρη τοῦ Θεοῦ. Τότε εἶναι πού ἐκφράζεται ἡ ἀνθρώπινη δικαιοσύνη πού ταιριάζει στή δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ. Ἡ Παναγία τιμᾶται καί ἐγκωμιάζεται γιατί ἔδειξε μέ τή ζωή της καί τίς ἀρετές της τίς κορυφές τῆς ἀνθρώπινης δικαιοσύνης πού πείθουν πιά τό Θεό νά στείλει τίς εὐλογίες του στόν κόσμο. Ἦταν, δηλαδή, ἀπό κάθε ἄποψη δίκαιο ἡ Παναγία νά γίνει μητέρα τοῦ Θεοῦ. Προσευχόμαστε στήν Παναγία νά πρεσβεύει στό Θεό γιά τήν ἀνάγκες μας καί κάποιες φορές γιά τή σωτηρία μας, πιστεύουμε, καί σωστά, ὅτι εἶναι δίκαιο ὁ Θεός νά ἀκούει τίς πρεσβεῖες της ἀνταποκρινόμενος στίς προσευχές μας, ἀλλά δέν προσέχουμε νά εἴμαστε κι ἐμεῖς δίκαιοι ὅσο αὐτό εἶναι δυνατόν.

Συχνά ἀναρωτιόμαστε τί κακό κάνουμε καί δυσκολευόμαστε νά πιστέψουμε ὅτι εἴμαστε ἄδικοι ἤ ὅτι ἔχουμε κακίες, γιατί θεωροῦμε τούς ἑαυτούς μας ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας καί ἄρα ἄξιους σεβασμοῦ. Μάλιστα οἱ πιό μελετημένοι ἀπό ἐμᾶς τονίζουν τήν ἀξία τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς ἀνθρώπινης φύσῃς τήν ὁποία ἔπλασε ὁ Θεός καί τήν ὁποία ἀργότερα δέχθηκε νά προσλάβει γιά νά ζήσει ὡς πραγματικός ἄνθρωπος ἀνάμεσά σας. Ξεχνᾶμε, ὅμως, ὅτι γιά νά λάβει ὁ Θεός τήν ἀνθρώπινη φύσῃ ἔπρεπε νά ὑπάρξει ἡ Παναγία, πού μέ τήν ἀρετή της κατέστησε δίκαιη αὐτή τήν πρόσληψη. Ἡ ἀνθρώπινη φύσῃ ἔχει τήν ἀξία της καί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι δικαιοῦνται τόν σεβασμό μας μόνο καί μόνο ἐπειδή εἶναι ἄνθρωποι. Εἴμαστε μέλῃ της Ἐκκλησίας κι αὐτό εἶναι ἀναμφίβολα σημαντικό. Ἀλλά σήμερα τιμᾶμε τό πρόσωπο τῆς Παναγίας ὄχι γιατί μετεῖχε σέ κάθε χαρακτηριστικό τῆς ἀνθρώπινης φύσῃς, συμπεριλαμβανομένου του θανάτου ἤ γιατί εἶχε ἐνάρετους γονεῖς καί σπουδαία καταγωγή, ἀλλά γιατί μέ τήν ἀρετή της ἔγινε μητέρα τοῦ Θεοῦ καί μητέρα ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ἡ κοίμηση τῆς Παναγίας δείχνει πῶς ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ μέ τήν ἀνθρώπινή του φύσῃ νά γίνει συγγενής τοῦ Θεοῦ, «μητέρα» ἤ «ἀδελφός» του, ἀποκαλύπτοντας μέ τή ζωή του τόν Θεό. 

Διαβάζουμε στά κείμενα τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι οὔτε ὁ νόμος, οὔτε οἱ προφῆτες, οὔτε ἡ τέχνη τοῦ Δημιουργοῦ, οὔτε ἡ φροντίδα καί ἡ πρόνοια τῶν ἀγγέλων μποροῦσαν νά φανερώσουν τή θεία χρηστότητα καί σοφία. Γιατί μόνο ὁ ἄνθρωπος πού φέρει μέσα του τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὅταν φανερωθεῖ αὐθεντικά τέτοιος πού εἶναι, χωρίς νά ἔχει πάνω του τίποτα ξένο σέ σχέση μέ τίς δωρεές τοῦ Θεοῦ κατά τήν δημιουργία, θά μποροῦσε νά ἀποκαλύψει ἀληθινά τόν ἴδιο τόν Θεό. Καί ἡ πορεία τοῦ κόσμου στο διάβα τῆς ἱστορίας ἐναποθέτει πάνω στήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη στοιχεῖα, ἀντιλήψεις, ἰδέες πού σιγά σιγά ὁ ἄνθρωπος πείθεται ὅτι ἀποτελοῦν μέρος τῆς αὐθεντικότητάς του. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος καταλήγει νά μήν ἀντιλαμβάνεται τή διαφορά ἀλήθειας καί ψεύδους, ἁμαρτίας καί ἀρετῆς. Ἡ Παναγία μέ τίς ἀρετές της ἀντιστάθηκε σέ αὐτό τόν διαρκῆ πειρασμό, φανέρωσε μέ τόν ἀγῶνα της τόν αὐθεντικό ἄνθρωπο καί ἀποκάλυψε τόν Θεό μέ τό νά γίνει μητέρα του. 

Κάθε φορά πού ὁ ἄνθρωπος ἀποκαλύπτει τόν αὐθεντικό ἄνθρωπο, ἡ ὠφέλεια ξεπερνάει τόν ἑαυτό του καί ἀγκαλιάζει τούς συνανθρώπους του. Ἡ Παναγία μέ τίς ἀρετές της δέν κόσμησε μόνο τόν ἑαυτό της, ἀναδεικνύοντας τήν φτώχεια καί τήν κατάντια τῶν ὑπολοίπων. Ἡ δόξα πού ἀπέκτησε ἡ Παναγία μέ τούς πνευματικούς της ἀγῶνες δέν εἶναι κατορθώματα πού τήν κάνουν νά ξεχωρίζει ἔναντι τῶν ἄλλων σάν νά πρόκειται γιά ἕναν ἀνταγωνισμό ὅπου ὁ καλύτερος καί ὁ ἀποτελεσματικότερος κερδίζει. Ἡ δόξα, ἡ τιμή καί οἱ ἀρετές πού ταιριάζουν στήν Παναγία καί τήν καθιστοῦν κορυφαῖα τῶν ἀνθρώπων, ἀποτελοῦν ἀξία πού μεταφέρεται σέ ὅλους τους ἀνθρώπους. Ἡ ὀμορφιά μέ τήν ὁποία ντύθηκε ἡ ἀνθρώπινη φύσῃ μέ τή ζωή της διατηρῶντας τη ἀνόθευτη ἀπό κάθε ξένο στοιχεῖο, δέν ἀφορᾷ μόνο τόν ἑαυτό της, ἀλλά ὅσο εἶναι δυνατό καί ὅλους τούς ἄλλους ἀνθρώπους. 

Σάν ἕνα εἶδος μετάστασης, ἡ ζωή τῆς Παναγίας καί τῶν κατορθωμάτων της «μεταφέρεται» στή ζωή τῶν ἀνθρώπων κάτι πού ἐπιβεβαιώνεται ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό ὅταν κηρύττει ὅτι «μητέρα μου καί ἀδελφοί εἶναι ὅσοι ἀκοῦνε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί τόν ἐφαρμόζουν». Ἡ Παναγία ἔγινε μητέρα τοῦ Θεοῦ καί ὅλοι πιά μποροῦμε νά γίνουμε «μητέρα» του καί «ἀδελφοί» του, ἀρκεῖ νά θελήσουμε νά ἀκούσουμε καί νά τηρήσουμε τό λόγο τοῦ Θεοῦ ὅπως ἔκανε καί ἡ Παναγία, γιατί ἔτσι ἄλλωστε ἔχουμε πλαστεῖ. Αὐτή ἡ φυσική ἀνάγκη τῶν ἀνθρώπων εἶναι ὁρατή καί στίς μέρες μας, ἔστω κι ἄν τήν συναντάει κανείς σέ διαφορετική μορφή. Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ἐπιδεικνύει μέ ἰδιαίτερα ἔνταση τή σφοδρή του ἐπιθυμία νά γίνει πατέρας ἤ μητέρα, διεκδικῶντας ὡς ἀνθρώπινο δικαίωμα τήν ἀπόκτηση ἑνός παιδιοῦ σέ συνθῆκες τῆς ἐπιλογῆς του καί μέ ὁποιοδήποτε τρόπο ἤ μέσο. Τιμοῦμε τήν κοίμηση τῆς Θεοτόκου καί θυμόμαστε ὅτι ἡ αἰτία κάθε ἀγαθοῦ πού θά θέλουμε νά ἀποκτήσουμε θά πρέπει νά εἶναι ἡ ἕνωση μέ τόν Θεό σέ κάθε στιγμή τῆς ζωής μας. 

Ἡ Μαρία γίνεται μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἑνώνεται μέ τόν Θεό καί ἀπό τότε τόν ἀκολουθεῖ σέ κάθε του βῆμα κι ὄχι μόνο μέχρι τόν Σταυρό καί τόν τάφο. Ἀλλά καί μετά τήν ἀνάληψή του θά συνεχίσει νά ὑπηρετεῖ τό κήρυγμα καί ὅταν θά συμβεῖ ἡ κοίμησή της καί θά χωριστεῖ ἡ ψυχή της ἀπό τόν σῶμα, θά ἀκολουθήσει καί πάλι τήν πορεία τοῦ υἱοῦ της. Θά ὁδηγηθεῖ στόν τάφο, ἔστω καί γιά λίγο, καί ἀπό ἐκεῖ μαζί μέ τήν ψυχή της θά μεταφερθεῖ, χωρίς νά ὑποστεῖ φθορά, στόν Οὐρανό. Σάν νά ἦταν ἡ ζωή της μιά διαρκῇς ἐπανάληψη, μέ ἄλλη μορφή, ὅσων συνέβησαν κατά τόν Εὐαγγελισμό. Διηγεῖται ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής ὅτι ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ ἀπεστάλη ἀπό τόν Θεό στήν Θεοτόκο γιά νά τῆς ἀνακοινώσει ὅτι εἰσακούστηκαν οἱ προσευχές της νά ἀφήσει τόν κόσμο αὐτό καί νά ἀνέβει στούς Οὐρανούς ὥστε νά ζεῖ αἰώνια μαζί μέ τήν ἀληθινή καί αἰώνια ζωή. Ἀκούγοντας ἡ Θεοτόκος τήν προσταγή τοῦ ἀρχαγγέλου, πάλι ἀπάντησε μέ τά ἴδια ἀκριβῶς λόγια λέγοντας «Ἰδοὺ ἡ δόύλη Κυρίου· γένοιτό μοί κατὰ τὸ ῥῆμά σου». Ὅλα ὅσα ἑορτάζουμε σήμερα καί ὅλα ὅσα ζοῦμε μέσα στήν Ἐκκλησία εἶναι τό ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς φράσῃς, δηλαδή, τῆς ἐλεύθερης ἀπόφασης νά γίνεται τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στίς ζωές τῶν ἀνθρώπων κατά τόν τρόπο πού θέλει ὁ Θεός. Αὐτό τονίζεται καί ἀπό τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς ἑορτῆς πού, ἄν καί φαίνεται νά μήν ἀφορᾷ τήν κοίμηση τῆς Θεοτόκου, ταιριάζει ἀπόλυτα μέ τά νοήματα πού τή συνοδεύουν. 

Ὁ Χριστός ἐπισκέπτεται τό σπίτι τῆς Μάρθας καί τῆς Μαρίας καί κηρύττει τό εὐαγγέλιο. Πολλοί ἄλλοι παρευρίσκονται στό χῶρο. Ἡ Μαρία προσηλώνεται στά λόγια τοῦ Κυρίου καί κάθεται πολύ κοντά του γιά νά τόν ἀκούει καλύτερα, ἐνῶ ἡ Μάρθα ἀσχολεῖται μέ τή φροντίδα τῶν ξένων της. Ἡ Μάρθα διαμαρτύρεται γιά τήν συμπεριφορά τῆς Μαρίας πού τήν ἀφήνει μόνη της στίς μέριμνες τῆς φιλοξενίας, ἀλλά ὁ Χριστός θά πάρει τό μέρος τῆς Μαρίας. Ἀπό τό πλῆθος πού εἶναι παρών μιά φωνῇ θά χαρακτηρίσει ἄξια μακαρισμοῦ τήν Παναγία πού κυοφόρησε καί θήλασε τόν Χριστό καί ὁ Κύριος θά συμπληρώσει λέγοντας ὅτι μακάριοι εἶναι ὅσοι ἀκοῦνε καί τηροῦν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἔπαινο γιά τήν Παναγία ἀποτελοῦν αὐτά τό λόγια τοῦ Κυρίου γιατί πρώτη αὐτή τήρησε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ στό ἀκέραιο καί δίκαια ἔγινε Θεοτόκος. Ἄν θέλουμε κι ἐμεῖς νά ἐπαινέσουμε καί νά τιμήσουμε τήν Παναγία πού σήμερα μεταφέρεται ἀπό τή γῆ στόν Οὐρανό, στό λόγο τοῦ Θεοῦ θά πρέπει νά στρέψουμε τήν ἀκοή μας ἀποφασισμένοι ὅλα στή ζωή μας νά γίνονται σύμφωνα μέ τό λόγο του.