Εὐλογημένοι ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Ἀγαπητέ, π. Κωνσταντῖνε,
Ἡ ἀποστολικὴ περικοπὴ ἀπὸ τὴν Α΄ Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀπ. Παύλου πρὸς τὸν Τιμόθεο, ποὺ ἀκούσαμε σήμερα, ὅπως καὶ ἡ κατὰ Θεὸν συγκυρία τῆς μνήμης τοῦ Ἀποστόλου Τιμοθέου, ἐπίσης τὴ σημερινὴ μέρα, μᾶς κάνει νὰ διστάζουμε νὰ ὁμιλήσουμε μὲ τὸ δικό μας στόμα. Ὅταν ἕνας Παῦλος ὁμιλεῖ σὲ ἕναν Τιμόθεο, τότε ἁπλῶς τὸ μόνο ποὺ μποροῦμε, εἶναι νὰ ἀκούσουμε μὲ προσοχὴ πῶς ἕνας ἀληθινὸς πατέρας συμβουλεύει τὸ γνήσιο καὶ ἀγαπητὸ πνευματικὸ τέκνο του, νὰ μὴν ἀμελεῖ «τοῦ χαρίσματος, ὃ ἐδόθη (αὐτῷ) διὰ προφητείας μετὰ ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τοῦ πρεσβυτερίου …ἵνα ἡ προκοπὴ (αὐτοῦ) φανερὰ ᾗ ἐν πᾶσιν.»
Εἰδικὰ σήμερα, π. Κωνσταντῖνε, ποὺ καὶ ἐσὺ ἀξιώνεσαι τοῦ μεγίστου αὐτοῦ χαρίσματος τῆς ἐν Χριστῷ διακονίας, εἶναι ἀκόμα πιὸ ἐπιβεβλημένο νὰ συνειδητοποιήσεις τὴν ἔννοια καὶ τὸ μέγεθος τοῦ χαρίσματος. Βέβαια, ὅπως μᾶς φανερώνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τὸ «μετὰ ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τοῦ πρεσβυτερίου» χάρισμα, ἐδόθη στὸν Τιμόθεο «διὰ προφητείας», δηλαδὴ μετὰ ἀπὸ προφητικὴ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στὴν τότε Ἐκκλησία. Δυστυχῶς σήμερα ἡ πνευματικὴ κατάσταση ποὺ ἐπικρατεῖ στὴν Ἐκκλησία (καὶ στοὺς ἐπισκόπους καὶ στὸν κλῆρο καὶ στὸν λαὸ) δὲν ἐπιτρέπει, κατὰ τὸ πλεῖστον, στὸν Θεὸ νὰ μᾶς ἀποκαλύπτει τόσο ἄμεσα τοὺς ἐκλεκτούς Του, ὅπως στὴν περίπτωση τοῦ Τιμοθέου, ἀλλὰ ἔχοντας τοὺς θείους καὶ ἱεροὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ ἀκολουθώντας τους πιστῶς, θεωροῦμε ὅτι δεχόμαστε στὶς τάξεις τοῦ ἱεροῦ κλήρου, ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν τὴν ἐκ Θεοῦ ἀποδοχή, εὐδοκία καὶ συνέργεια στὸ μέγιστο λειτούργημα, τὸ ὁποῖο ἀναλαμβάνουν. Μὲ αὐτὴν τὴν ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ ἀπὸ Θεοῦ ἀποδοχή, π. Κωνσταντῖνε, σὲ ὑποδέχεται καὶ ἡ στρατευομένη Ἐκκλησία στὰ νέα σου καθήκοντα, ὡς διάκονο τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας.
Δὲν μποροῦμε νὰ μὴν θυμηθοῦμε τὰ στοργικὰ λόγια του Ἀπ. Παύλου πρὸς τὸν Τιμόθεο στὴ Β΄ του ἐπιστολή: «ὑπόμνησιν λαμβάνων τῆς ἐν σοῖ ἀνυποκρίτου πίστεως, ἥτις ἐνώκησε πρῶτον ἐν τῇ μάμμῃ σου Λωΐδι καὶ τὴ μητρί σου Εὐνίκῃ, πέπεισμαι δὲ ὅτι καὶ ἐν σοί», καθότι ὅπως πληροφορηθήκαμε καὶ γιὰ σένα, ὁ ρόλος τῶν εὐσεβῶν γονέων, ἀλλὰ κυρίως τοῦ ἀείμνηστου παπποῦ σου Νικολάου ἦταν καταλυτικὸς στὸ νὰ βρίσκεσαι σήμερα στὴ θέση αὐτή. Ἀκριβῶς γιὰ αὐτὸ τὸν λόγο μποροῦμε νὰ ἀπευθύνουμε καὶ σὲ σένα τὴν ἴδια προτροπὴ ποὺ ἔγινε καὶ στὸν Τιμόθεο: «σὺ δὲ μένε ἐν οἷς ἔμαθες καὶ ἐπιστώθης, εἰδῶς παρὰ τίνος ἔμαθες, καὶ ὅτι ἀπὸ βρέφους τὰ ἱερὰ γράμματα οἶδας, τὰ δυνάμενα σὲ σοφίσαι εἰς σωτηρίαν διὰ πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ».
Στὴ Β΄ του ἐπιστολὴ πρὸς Τιμόθεο, ὁ Ἀπ. Παῦλος ἐπανέρχεται στὸ μεγάλο χάρισμα τῆς ἱερωσύνης ποὺ τοῦ δόθηκε, προσθέτοντας ὅμως μία νέα διάσταση: «ἀναμιμνήσκω σὲ ἀναζωπυρεῖν τὸ χάρισμα τοῦ Θεοῦ, ὅ ἐστιν ἐν σοὶ διὰ τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν μου». Ἡ λέξη «ἀναζωπυρεῖν» δείχνει τὸν χαρακτήρα τοῦ χαρίσματος αὐτοῦ. Εἶναι ἕνα ζωντανὸ χάρισμα, ποὺ βρίσκεται διαρκῶς σὲ ἐξέλιξη καὶ τὸ ὁποῖο δὲν πρέπει νὰ ἀμελεῖς, ἀλλὰ νὰ τὸ ἀναζωπυρώνεις, διότι ἀφενὸς μπορεῖ νὰ αὐξηθεῖ καὶ νὰ καρποφορεῖ συνεχῶς, ἀφετέρου ὅμως, μπορεῖ νὰ παραμεληθεῖ καὶ νὰ ἀποτύχει τοῦ πραγματικοῦ σκοποῦ του, ποὺ εἶναι αὐτὸ ποὺ καὶ πάλι ὁ Παῦλος καταλήγει πρὸς τὸν Τιμόθεο: «ἔπεχε σεαυτῷ καὶ τῇ διδασκαλίᾳ, ἐπίμενε αὐτοῖς· (Νὰ ἀγρυπνεῖς καὶ νὰ παρακολουθεῖς μὲ προσοχὴ τὸν ἑαυτό σου καὶ τὴ διδασκαλία σου. Ἐπίμενε εἰς αὐτά). Τοῦτο γὰρ ποιῶν καὶ σεαυτὸν σώσεις καὶ τοὺς ἀκούοντάς σου». Ξεκάθαρα καὶ ἁπλά, ὁ τελικὸς σκοπὸς εἶναι ἡ σωτηρία καὶ τοῦ Τιμοθέου καὶ τῶν πιστῶν ποὺ ἀκούουν καὶ ἀκολουθοῦν τὸν Τιμόθεο.
Ἡ ἀνάγκη τῆς ἀναζωπυρώσεως τοῦ χαρίσματος ποὺ ἀξιώθηκες σήμερα, π. Κωνσταντῖνε, παρουσιάζεται ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο καὶ ἐκ τῆς ἀντιθέτου πλευρᾶς, ὅταν σχολιάζει στὸν Τιμόθεο κάποιους (τῆς τότε Ἐκκλησίας): «τὸ δὲ τέλος τῆς παραγγελίας ἐστὶν ἀγάπη ἐκ καθαρᾶς καρδίας καὶ συνειδήσεως ἀγαθῆς καὶ πίστεως ἀνυποκρίτου, ὧν τινὲς ἀστοχήσαντες ἐξετράπησαν εἰς ματαιολογίαν, θέλοντες εἶναι νομοδιδάσκαλοι, μὴ νοοῦντες μήτε ἃ λέγουσι μήτε περὶ τίνων διαβεβαιοῦνται». Κατὰ τὸν θεῖο Ἀπόστολο, ἡ ἀναζωπύρωση τοῦ χαρίσματος γίνεται μέσῳ τῆς ἀγάπης ποὺ ξεχειλίζει ἀπὸ μία καθαρὰ καρδία, μαρτυρεῖται ἀπὸ ἀγαθὴ συνείδηση καὶ συνοδεύεται ἀπὸ γνήσια πίστη ποὺ φανερώνεται ἐμπράκτως. Ἀγάπη (Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων), καθαρότητα καρδίας, ἀνεπίληπτος βίος καὶ πίστη. Αὐτὰ διατηροῦν τὸ χάρισμα τῆς ἱερωσύνης ζωντανό, ἐνεργὸ καὶ ἱκανὸ νὰ προκαλεῖ τὴν καλὴ ἀλλοίωση τῶν πιστῶν πρὸς σωτηρία. Ἡ ἀπουσία αὐτῶν τῶν στοιχείων, ὁδηγεῖ τοὺς λειτουργοὺς τοῦ Θεοῦ στὴ ματαιολογία. Μία κατάσταση, ὅπου λόγῳ τῆς ἀπουσίας τῆς ζωντανῆς ἐμπειρίας τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅσα πράττονται καὶ ὅσα λέγονται, χάνουν τὸ νόημά τους, «μὴ νοοῦντες μήτε ἃ λέγουσι μήτε περὶ τίνων διαβεβαιοῦνται». Καὶ δυστυχῶς ἀκόμα πιὸ ἔντονα, αὐτὸ τὸ νιώθουν καὶ τὸ αἰσθάνονται οἱ ἴδιοι οἱ πιστοὶ ποὺ ἀκούουν καὶ βλέπουν τοὺς λειτουργοὺς τοῦ Θεοῦ. Σὲ αὐτὴ τὴν κατεύθυνση, πρέπει νὰ ἀναζητηθεῖ ὁ λόγος ἀπομάκρυνσης τῶν πιστῶν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, καὶ ὄχι σὲ διάφορες ἀνάγκες ἐκσυγχρονισμοῦ καὶ ἐκμοντερνισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλοι εἴμαστε μάρτυρες τῶν σύγχρονων Ἁγίων τῆς ἐποχῆς μας, ποὺ ἔδειξαν σαφῶς, πὼς ὁ πιὸ δυνατὸς πόλος ἕλξης τῶν πιστῶν πρὸς τὴν Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἁγιότητα τοῦ βίου καὶ ὄχι ἡ κοινωνικὴ πρόνοια, ἡ ὑλικὴ συμπαράσταση, ἡ ἀκαδημαϊκὴ θεολογικὴ μόρφωση, ἢ ἀκόμα καὶ ὁ δῆθεν ἐκσυγχρονισμὸς τῶν προσεγγίσεων ἢ τῶν θέσεων τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλα αὐτὰ μπορεῖ νὰ χρειάζονται, ἀλλὰ χωρὶς ἁγιότητα βίου, χωρὶς τὴν τήρηση τῆς ζωῆς τοῦ Εὐαγγελίου, δημιουργοῦν ἀνθρώπους καὶ δὴ λειτουργοὺς τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖοι «ἔχοντες μόρφωσιν εὐσεβείας, τὴν δὲ δύναμιν αὐτῆς ἠρνημένοι», δὲν μποροῦν νὰ πείσουν κανένα ὅτι «πιστὸς ὁ λόγος (τῆς Ἐκκλησίας) καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος». Καὶ τότε εἶναι φυσικὸ καὶ οἱ ἁπλοὶ πιστοί, τὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, μὴ ἔχοντες αὐτὴν τὴν ἐμπειρικὴ βεβαιότητα νὰ προσφέρεται ἀπὸ ἁγίους καὶ φωτισμένους ἐπισκόπους καὶ κληρικούς, «τῆς ὑγιαινούσης διδασκαλίας οὐκ ἀνέξονται, ἀλλὰ κατὰ τὰς ἐπιθυμίας τὰς ἰδίας ἐαυτοῖς ἐπισωρεύσουσι διδασκάλους κνηθόμενοι τὴν ἀκοήν». Οἱ χριστιανοὶ πλέον δὲν ἀνέχονται τὴν ὑγιῆ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ἐπιζητοῦν διδασκάλους καὶ καθοδηγητὲς ποὺ ἀποδέχονται τὶς ὅποιες ἐπιθυμίες τους καὶ ποὺ κηρύσσουν αὐτὰ ποὺ εἶναι ἀρεστὰ στὴν ἀκοή τους, ὥστε νὰ διασφαλίζεται ἡ ζωὴ τους κατὰ τὶς ἐπιθυμίες τους.
Ἀγαπητὲ π. Κωνσταντῖνε,
Ὅλα αὐτὰ ποὺ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος περιγράφει καὶ νουθετεῖ τὸν Τιμόθεο, στὶς δύο ἐπιστολές του, εἶναι ὑπομνήσεις καὶ νουθεσίες κυρίως καὶ πρωταρχικῶς γιὰ τοὺς ὄντας στὴν τάξη τοῦ κλήρου τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτὸ πρέπει συχνὰ νὰ διαβάζεις αὐτὲς τὶς δύο ἐπιστολές, ὥστε νὰ διατηρεῖς ζωντανοὺς τοὺς τρόπους ἀναζωπύρωσης τοῦ χαρίσματος ποὺ σοῦ δόθηκε σήμερα, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ εἶσαι διαρκῶς ἐν ἐγρηγόρσει, ὅσον ἀφορᾶ τοὺς κινδύνους, τοὺς πειρασμοὺς καὶ τὶς δυσκολίες ποὺ ἀντιμετωπίζουν «πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Παράλληλα, τὸ ὅτι αὐτὲς οἱ ἐπιστολὲς συμπεριελήφθησαν στὸν Κανόνα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὥστε νὰ διαβάζονται ἀπὸ ὅλους τοὺς πιστούς, ἀποδεικνύει μεταξὺ ἄλλων, ὅτι ἡ ζωὴ καὶ ὁ βίος τῶν κληρικῶν εἶναι καὶ πρέπει νὰ εἶναι «ἐπὶ τὴν λυχνίαν, (ἵνα) λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ». Ὅταν ὁ βίος τῶν κληρικῶν εἶναι σύμφωνος μὲ τὸ εὐαγγέλιο, τότε ὄντως «λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ» καὶ ἐκπληρώνεται ὁ λόγος τοῦ Κυρίου «οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσιν τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Ὅμως, ἀκόμα καὶ ὅταν ὁ βίος τῶν κληρικῶν ἀποτυγχάνει νὰ ἀποδειχθεῖ ἄξιος τοῦ παραδείγματος τοῦ Καλοῦ Ποιμένος, δυστυχῶς βρίσκεται πάντα ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ ἁπλῶς τὸν παρακολουθοῦν ὅλοι καὶ διαπιστώνουν, ὅτι ἀντὶ νὰ λάμπει, ὡς ὄφειλε, βρίσκεται στὸ σκότος καὶ συμβάλλει στὸ σκοτάδι τῶν γύρω του. Αὐτὴ εἶναι μία πολὺ μεγάλη διαφορά, ποὺ ἀπὸ σήμερα θὰ βιώνεις στὴ ζωή σου, σὲ σχέση μὲ τὴ ζωὴ ἑνὸς ἁπλοῦ λαϊκοῦ τέκνου τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτό, θὰ ἐπανέλθουμε στὰ λόγια τοῦ Παύλου: «μὴ ἀμέλει τοῦ ἐν σοὶ χαρίσματος, ὃ ἐδόθη σοι … ἵνα σου ἡ προκοπὴ φανερὰ ᾗ ἐν πᾶσιν». Ἡ προκοπὴ αὐτή, τὴν ὁποία σοῦ εὐχόμαστε νὰ εἶναι γνήσια ἀλλὰ καὶ συνεχής, δὲν πρέπει νὰ ἀποσκοπεῖ φυσικὰ «πρὸς τὸ θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις», ἀλλὰ «πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ». Καὶ μὲ αὐτὴ τὴ διαγωγή, θὰ ἀκούεις τὸ ἀψευδὲς στόμα τοῦ Παύλου νὰ σὲ διαβεβαιώνει: «οἱ γὰρ καλῶς διακονήσαντες βαθμὸν ἑαυτοῖς καλὸν περιποιοῦνται καὶ πολλὴν παρρησίαν ἐν πίστει τῇ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ».
Αὐτὸν τὸν καλὸν βαθμὸ καὶ τὴν πολλὴ παρρησία ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, εὐχόμαστε ὁλόψυχα νὰ ἔχει ἀπὸ σήμερα ἡ ἐν Χριστῷ διακονία σου στὸν ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου, μὲ τὶς εὐχὲς καὶ τὶς πρεσβείες τῆς Ὑπερευλογημένης ἐνδόξου Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας, τοῦ Τιμίου καὶ ἐνδόξου καὶ πανευφήμου Ἀποστόλου Τιμοθέου καὶ πάντων τῶν Ἁγίων. «Τοῦτο γὰρ ποιῶν καὶ σεαυτὸν σώσεις καὶ τοὺς ἀκούοντάς σου». Ἀμήν.