1000
Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors

Εορτοδρόμιο

Ἅγιος Σπυρίδων

Ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς σπουδαιότερους Ἁγίους τῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ πολιοῦχος τῆς Κέρκυρας καὶ τοῦ Πειραιᾶ. Γεννήθηκε γύρω στὸ 270 στὸ χωριὸ Ἄσσια (Ἄσκια) τῆς Κύπρου.

Τὸ χωριὸ αὐτὸ εἶναι σήμερα κατεχόμενο ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Ἡ οἰκογένειά του ἐξασκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ βοσκοῦ καὶ ἦταν ἀρκετὰ εὔπορη, ἀφοῦ εἶχαν ἀγροὺς καὶ δικό τους κοπάδι. Ὡς χαρακτήρας ἦταν πρᾶος καὶ ἀγαποῦσε τὸν μοναχικὸ βίο. Οἱ γονεῖς του ὅμως τὸν προέτρεψαν νὰ παντρευτεῖ καὶ ἔτσι ἔλαβε μία εὐσεβῆ καὶ ἐνάρετη γυναίκα, μὲ τὴν ὁποία ἀπέκτησαν (τουλάχιστον) μία κόρη, τὴν Εἰρήνη. Ἦταν κατὰ τὴ γνώμη ἁπλός, ἀγαθός, ταπεινὸς κατὰ τὴν καρδία καὶ γεμᾶτος ἀγάπη γιὰ τὸν πλησίον. Γι’ αὐτὸ καὶ ὡς ἐπίσκοπος ἀργότερα προτίμησε νὰ συνεχίσει τὸ ἐπάγγελμα τοῦ ποιμένα. Δὲν ἦταν κάτοχος βαθείας παιδείας, δὲν ἦταν ὅμως καὶ τελείως ἀγράμματος. Ὁ Συμεὼν ὁ Μεταφραστὴς ἀναφέρει γιὰ τὸν ἅγιο Σπυρίδωνα ὅτι «ἦν δὲ οὐ στωμύλος τις, οὐδὲ κομψὸς τὸ ἦθος, οὐδὲ πλήθει καὶ ἀγορᾷ χαίρων, ἀλλ’ ἁπλοῦς καὶ ἡσύχιος καὶ ἀπραγμοσύνην εἴπερ τις ἕτερος ἀσπαζόμενος».

Τὶς Κυριακὲς καὶ τὶς ἑορτὲς ἔπαιρνε τοὺς βοσκοὺς στοὺς ἱεροὺς ναοὺς καὶ ὅταν τελείωνε ἡ θεία Λειτουργία τοὺς ἐξηγοῦσε τὴν ἀποστολικὴ ἢ εὐαγγελικὴ περικοπή. Παράλληλα ἦταν προστάτης τῶν χηρῶν καὶ τῶν ὀρφανῶν.

Ὅταν ἐκοιμήθη ἡ σύζυγός του, λόγῳ τῆς γνωστῆς ἁγιότητάς του ἐκλήθη στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς κωμοπόλεως Τριμυθοῦντας (σήμερα Τριμυθουσιὰ ἢ Τρεμετουσιὰ στὴν Κύπρο) πολὺ πρὶν ἀπὸ τὸ 325. Ἦταν τόση πολλὴ ἡ χάρη τῶν θαυμάτων καὶ ἰαμάτων, ποὺ δόθηκε στὸν ἅγιο Σπυρίδωνα, ἐξ αἰτίας τῆς ἁπλότητας καὶ καθαρότητας τῆς καρδίας του, ὥστε ἔλαβε τὴν ἐπωνυμία «θαυματουργός». Ἡ φήμη του ἐξαπλώθηκε παντοῦ. Ὁ ἱστορικὸς Σωκράτης ἀναφέρει γιὰ τὸν ἅγιο ὅτι «Πολλὰ μὲν οὖν τὰ περὶ αὐτοῦ λεγόμενα». Οἱ βιογραφίες τοῦ Ἁγίου περιέχουν πλῆθος ἀπὸ θαύματα, τὰ ὁποῖα ἐτέλεσε, ἰδιαίτερα δὲ περιπτώσεις θεραπειῶν τυφλῶν, χωλῶν, παραλύτων καὶ δαιμονισμένων. Προσευχόταν μὲ τόσο δυνατὴ πίστη, ὥστε ἔφερνε βροχὴ σὲ καιρὸ ξηρασίας, ὁδηγοῦσε τοὺς ἀνθρώπους σὲ μετάνοια καὶ ἀνάσταινε ἀκόμη καὶ νεκρούς. Ὅταν λειτουργοῦσε τὸν ὑπηρετοῦσαν ἅγιοι Ἄγγελοι, μαζὶ μὲ τοὺς ὁποίους δοξολογοῦσε τὸν Θεό.

Ἂν καὶ τὸ ὄνομά του δὲν τὸ συναντᾶμε μεταξὺ τῶν ὑπογραφῶν τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας (Μ. Ἀσία), εἶναι γνωστὸ ὅτι λόγῳ τοῦ κύρους καὶ τῆς ἁγίας του ζωῆς συμμετέσχε σὲ αὐτή. Ἐκεῖ κατατρόπωσε τοὺς Ἀρειανοὺς καὶ ἀναδείχθηκε λαμπρὸς ὑπερασπιστὴς τῆς ὀρθόδοξης πίστεως. Ὅπως ἀναφέρει ἡ παράδοση, ἀφοῦ μίλησε γιὰ λίγο στὴ Σύνοδο, κατόπιν ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ κρατώντας μὲ τὸ ἀριστερὸ χέρι ἕνα κεραμίδι, εἶπε: «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός». Τότε φάνηκε πάνω ἀπὸ τὸ κεραμίδι φωτιά, μὲ τὴν ὁποία αὐτὸ εἶχε ψηθεῖ. Ἀκολούθως εἶπε: «Καὶ τοῦ Υἱοῦ» καὶ ἔρρευσε κάτω νερό, μὲ τὸ ὁποῖο ζυμώθηκε τὸ χῶμα τοῦ κεραμιδιοῦ. Καὶ προσέθεσε: «Καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» καὶ ἔδειξε μέσα στὴν παλάμη του τὸ χῶμα, ποὺ ἀπέμεινε. Ἔτσι μὲ αὐτὸ τὸν θαυμαστὸ τρόπο ἀντέκρουσε τὶς ἀπόψεις τοῦ αἰρεσιάρχη Ἀρείου, ὁ ὁποῖος διέδιδε ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ δημιούργημά του.

Πολλὰ εἶναι τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου πρὸς δόξαν τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ. Κάποια φορὰ ἕνας φτωχὸς πολύτεκνος ἄνθρωπος κτύπησε τὴν πόρτα τῆς ἐπισκοπῆς τοῦ Ἁγίου καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια τοῦ ζήτησε δάνειο, ὥστε νὰ ξεπληρώσει ἕνα χρέος, τὸ ὁποῖο ὤφειλε σὲ κάποιο πλούσιο. Ὁ τελευταῖος ἀπειλοῦσε τὸν φτωχὸ ὅτι θὰ τοῦ πουλήσει τὸ σπίτι του, ἂν δὲν τοῦ ἀποπληρώσει τὸ χρέος. Ὅμως τὸ ποσὸ ἦταν μεγάλο καὶ ὁ φτωχὸς ἄνθρωπος δὲν εἶχε χρήματα. Ὁ Ἅγιος, βλέποντας μπροστά του ἕνα φίδι νὰ σέρνεται, θυμήθηκε τὴ ράβδο τοῦ Ἀαρών, τὴν ὁποία ἄφησε νὰ πέσει στὴ γῆ καὶ ἀμέσως ἔγινε φίδι. Εἶπε τότε: «Μακάρι Κύριε τὸ φίδι αὐτὸ νὰ γινόταν χρυσάφι, γιὰ νὰ μπορέσει ὁ φτωχὸς αὐτὸς ἄνθρωπος νὰ ξεπληρώσει τὸ χρέος του». Ἀμέσως τὸ φίδι μεταμορφώθηκε σὲ χρυσό, τὸν ὁποῖο παρέλαβε ὁ φτωχὸς οἰκογενειάρχης καὶ τὸν ἔδωσε ἐνέχυρο στὸν πλούσιο. Ὅταν ἀργότερα πλήρωσε τὸ χρέος του, ἐπέστρεψε τὸν χρυσὸ στὸν Ἅγιο, ὁ ὁποῖος εὐχαριστώντας τὸν Θεὸ τὸ ἔριξε στὴ γῆ καὶ αὐτὸ ἔγινε πάλι φίδι.

Ἕνα βράδυ μερικοὶ κλέφτες μπήκαν στὴ μάντρα, ὅπου ὁ Ἅγιος διατηροῦσε πρόβατα γιὰ τὶς ἀνάγκες τῶν φτωχῶν. Ξεχώρισαν αὐτὰ ποὺ ἤθελαν καὶ δοκίμασαν νὰ φύγουν. Ἄδικα ὅμως προσπαθοῦσαν νὰ κινηθοῦν.

Τὰ πόδια καὶ τὰ χέρια τους ἦταν ἀόρατα δεμένα. Ὅλο τὸ βράδυ ἀγωνιζόντουσαν νὰ φύγουν ἀπὸ τὴ μάντρα, ἀλλὰ δὲν μποροῦσαν νὰ μετακινηθοῦν. Τὸ πρωὶ πῆγε ὁ ἅγιος Σπυρίδων στὴ μάντρα καὶ εἶδε τοὺς κλέφτες σὲ αὐτὰ τὰ χάλια. Τοὺς λυπήθηκε καὶ τοὺς συμβούλεψε νὰ μὴν ἐπαναλάβουν τὴν πράξη αὐτή. Μετὰ ἀπὸ τὶς παραινέσεις, τοὺς ἔλυσε τὰ δεσμά. Τοὺς εὐλόγησε καὶ τοὺς ἔδωσε δῶρο ἕνα κριάρι γιὰ «τὸν κόπο τῆς ἀγρυπνίας».

Τὸ μεγαλύτερο ἴσως θαῦμα, ποὺ ἔκανε ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας ἦταν ἡ ἀνάσταση τῆς κόρης του Εἰρήνης. Αὐτὴ σηκώθηκε ἀπὸ τὸ μνῆμα καὶ ἀποκάλυψε σὲ ποιὸ μέρος εἶχε φυλάξει τὰ χρήματα, τὰ ὁποῖα τῆς ἐμπιστεύθηκε κάποια γυναίκα. Μετὰ τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ γεγονὸς ἡ Εἰρήνη ξανακοιμήθηκε.

Ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας, ὅπως ἀναφέρει ὁ Μ. Ἀθανάσιος, ἔλαβε μέρος στὴ Σύνοδο τῆς Σαρδικῆς τὸ 342/3, ἀφοῦ φαίνεται ὅτι ὑπέγραψε τὶς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου αὐτῆς. Κατὰ τὸν Συμεὼν Μεταφραστή, μετέβη στὴν Ἀντιόχεια, ὅπου θεράπευσε ἐκεῖ τὸν βασιλέα Κωνστάντιο ἀπὸ βαρειὰ ἀσθένεια δι’ ἐπιθέσεως τοῦ χεριοῦ του. Ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ στὴν Κύπρο στὶς 12 Δεκεμβρίου γύρω στὸ 348 σὲ ἡλικία 78 ἐτῶν.

Τὸ λείψανο τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνα φυλάσσεται στὴν Κέρκυρα. Τὸ 648 ἡ Κύπρος ἀντιμετώπιζε ἐπιδρομὲς ἀπὸ τοὺς Σαρακηνούς. Μεγάλο μέρος τοῦ πληθυσμοῦ τοῦ νησιοῦ μεταφέρθηκε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἰουστινιανὸ τὸν Β΄ στὴν Κωνσταντινούπολη. Τὸ λείψανο μεταφέρθηκε καὶ αὐτὸ στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ προστατευθεῖ ἀπὸ τοὺς βαρβάρους κατακτητές.

Τοποθετήθηκε στὸν ἱερὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, μαζὶ μὲ τὸ λείψανο τῆς Αὐγούστας Θεοδώρας, συζύγου τοῦ αὐτοκράτορα Θεοφίλου. Λίγες μέρες πρὶν τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸ λείψανο μεταφέρθηκε μέσῳ Ἠπείρου στὴν ἑνετοκρατούμενη τότε Κέρκυρα, γιὰ νὰ προστατευθεῖ ἀπὸ τοὺς Τούρκους κατακτητές.

Γιὰ πολλοὺς αἰῶνες τώρα ὁ ἅγιος Σπυρίδων τελεῖ πλῆθος θαυμάτων τόσο στὴν Κέρκυρα ὅσο καὶ σὲ ὅλο τὸν ὀρθόδοξο χῶρο. Κατὰ τὶς πανηγύρεις τοῦ Ἁγίου στὴν Κέρκυρα εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴ γίνει καὶ νέο θαῦμα, τὸ ὁποῖο πληροφορεῖται τὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα εἴτε ἀπὸ τοὺς αὐτόπτες μάρτυρες εἴτε ἀπὸ τὶς τοπικὲς ἐφημερίδες.

Σὲ ἀνάμνηση τῶν θαυμάτων τοῦ Ἁγίου ἔχουν καθιερωθεῖ τέσσερεις λιτανεῖες τοῦ σκηνώματός του στὴν Κέρκυρα. Αὐτὲς εἶναι:
α) Τὴν πρώτη Κυριακὴ τοῦ Νοεμβρίου, γιὰ τὴν ἀπαλλαγὴ τοῦ νησιοῦ ἀπὸ πανώλη. Αὐτὴ καθιερώθηκε τὸ 1673,
β) Τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, γιὰ τὴν ἀπαλλαγὴ τοῦ νησιοῦ πάλιν ἀπὸ πανώλη. Καθιερώθηκε τὸ 1630,
γ) Τὸ Μεγάλο Σάββατο, γιὰ τὴν ἀπαλλαγὴ τοῦ νησιοῦ ἀπὸ λιμό. Αὐτὴ ἡ λιτανεία χρονολογεῖται ἀπὸ τὸ 1553 καὶ δ) Στὶς 11 Αὐγούστου, γιὰ τὴ διάσωση τοῦ νησιοῦ ἀπὸ τοὺς Τούρκους τὸ 1716.
Στὴν Κύπρο ἔχουν κτιστεῖ πολλοὶ ναοί, ἐπ’ ὀνόματι τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνα καθὼς καὶ δημόσια σχολεῖα, τὰ ὁποῖα ἔχουν ὡς ἀργία τὴ 12ηΔεκεμβρίου. Ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνα ἑορτάζεται ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στὶς 12 Δεκεμβρίου καὶ ἀπὸ τοὺς Ρωμαιοκαθολικοὺς στὶς 14 Δεκεμβρίου.

Χρ. Βασιλειαδης