1000
Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors

Κυριακοδρόμιο

Κυριακὴ τῶν Βαΐων

(Ἰω. 12, 1-18)

Μιὰ ἰδιαίτερα εὐκατάνυκτη περίοδος ἀνοίγεται σήμερα μπροστά μας. Ἀπὸ τὶς κορυφαῖες τοῦ ἔτους καὶ γεμάτη ἀπὸ τὴν ὑπόμνηση γεγονότων ποὺ συμπυκνώνουν τὴ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ τὸ νόημα τῆς παρουσίας τοῦ ἀνθρώπου στὸν κόσμο.

Εἶναι ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα, ἡ ἑβδομάδα κατὰ τὴν ὁποία κορυφώνεται ἡ ἔνσαρκη παρουσία τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο καὶ ἀποκαλύπτεται μὲ πληρότητα ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸν ἄνθρωπο. Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, τὸ στάδιο τῆς προετοιμασίας μας γιὰ τὴ συνάντηση τῶν κεφαλαιώδους σημασίας γιὰ τὴ σωτηρία μας γεγονότων ἔχει πλέον κλείσει καὶ βαδίζουμε πρὸς τὴν ἁγία Ἱερουσαλὴμ μὲ δέος καὶ συγκίνηση γιὰ τὸ θεῖο πάθος.

Ἡ εἴσοδος στὴν περίοδο αὐτὴ ταυτίζεται μὲ τὴν εἴσοδο τοῦ Κυρίου στὴν «Ἁγία Πόλη». Ἡ ἑκούσια προσέλευση τοῦ ἀμνοῦ στοὺς θύτες του γίνεται ὅμως μὲ ἕναν μᾶλλον παράδοξο τρόπο. Πλήθη λαοῦ συρρέουν νὰ τὸν ὑποδεχτοῦν, ἀλαλάζουν στὸ πέρασμά του, παραληροῦν ἔναντι τοῦ Βασιλιᾶ τους. Γονατίζουν στὸ πέρασμά του καὶ ἁπλώνουν τὰ ροῦχα τους στὸ ἔδαφος γιὰ νὰ περάσει ἀπὸ πάνω ὁ Υἱὸς τοῦ Δαυΐδ.

Δὲν ἐπηρεάζονται ἀπὸ τὴν ταπεινὴ ἐμφάνισή του. Γνωρίζουν ὅτι αὐτὸς ποὺ βλέπουν νὰ περνᾶ μπροστά τους δὲν εἶναι ἕνας συνηθισμένος ἄνθρωπος. Τὸ συγκλονιστικὸ νέο τῆς ἀνάστασης τοῦ τετραήμερου νεκροῦ φίλου του στὴ γειτονικὴ Βηθανία ταξίδεψε γρήγορα. Σχεδὸν ὅλος ὁ πληθυσμὸς τῶν Ἱεροσολύμων πίστεψε πὼς αὐτὸς εἶναι ὁ Μεσσίας, ἐκεῖνος ποὺ γενιὲς καὶ γενιὲς προσέμεναν, ὁ ἐλευθερωτὴς καὶ λυτρωτής τους.

Αὐτὸς ὅμως, ὁ καρδιογνώστης, γνωρίζει. Ξέρει πὼς αὐτὰ τὰ αἰσθήματα θαυμασμοῦ καὶ ἀναγνώρισης θὰ ἐξανεμιστοῦν πολὺ σύντομα, πὼς αὐτὴ ἡ μεγαλειώδης ὑποδοχὴ σὲ λίγες μέρες θὰ μετατραπεῖ σὲ ἀγανάκτηση καὶ μῖσος, πὼς ὁ ἐνθουσιασμὸς τῶν «Ὡσαννὰ» δὲν θὰ κρατήσει καὶ θὰ γίνει τὸ ὀργίλο καὶ ἐπίμονο «Ἆρον ἆρον σταύρωσον αὐτόν». Γι’ αὐτὸ καὶ ἔχει ἤδη προετοιμάσει τοὺς μαθητές του γιὰ ὅσα θὰ δοῦν καὶ θὰ ζήσουν. Γι’ αὐτὸ καὶ παραμένει σιωπηλὸς καὶ συγκρατημένος – ὅπως ἐξάλλου συνέβη σὲ ὅλες τὶς μεγάλες στιγμὲς τοῦ ἐπίγειου βίου του.

Ἡ εἰκόνα αὐτὴ ποὺ φέρνει καὶ πάλι μπροστά μας ἡ Ἐκκλησία εἶναι στὴν οὐσία της ἄλλη μία μικρογραφία τῆς ζωῆς τοῦ πιστοῦ. Ὑποδέχεται τὸν Χριστὸ στὴν Ἱερουσαλὴμ τῆς καρδίας του μὲ ἐνθουσιασμό, τὸν ἀναγνωρίζει ὡς λυτρωτή, τὸν ὁμολογεῖ ὡς βασιλέα.

Ἄδολος κατὰ κανόνα, ὅπως τὰ παιδιὰ ποὺ κρατοῦν τὰ κλαδιά, δηλώνει μὲ τὴ χαρά του ὅτι ἐπιθυμεῖ βαθιὰ νὰ συμμετάσχει στὴν αἰώνια Βασιλεία του.Ὅπως ὅμως καὶ οἱ σπόροι ποὺ ἔπεσαν στὴν πετρώδη γῆ καὶ δὲν καρποφόρησαν, ἢ ἐκεῖνοι ποὺ ξεκίνησαν νὰ καρποφοροῦν ἀλλὰ τοὺς ἔπνιξαν τ’ ἀγκάθια, ἔτσι καὶ οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς ἐνῶ κατ’ ἀρχὰς ἐπιθυμοῦν νὰ ἀκολουθήσουν τὶς θεῖες ὁδούς, δὲν τὰ καταφέρνουν στὴ συνέχεια.

Ἐνθουσιάζονται ἀπὸ τὶς θεῖες ἀλήθειες, ἀπὸ τὴν ἐφαρμογὴ ποὺ βρίσκουν στὴ ζωή μας, ἀλλὰ λίγο ἡ ἀδυναμία, λίγο οἱ ἐπιρροὲς τοῦ κόσμου, εὔκολα ξεστρατίζουν καὶ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὶς ὁδοὺς τῆς σωτηρίας.

Ἐδῶ ὅμως φανερώνεται ἀκόμη ἕνα σημεῖο τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας. Τὰ πλήθη ποὺ συνωστίζονται γιὰ νὰ δοξάσουν τὸν Μεσσία προσβλέπουν σὲ ἕναν ἐπίγειο ἀπελευθερωτή, σὲ ἕναν κοσμικὸ ἡγέτη ποὺ θὰ ὁδηγήσει καὶ πάλι τὸ ἔθνος τους σὲ μέρες δόξας. Ἐπευφημοῦν αὐτὸν ποὺ μοιάζει δυνατός, αὐτὸν ἀπὸ τὸν ὁποῖο προσδοκοῦν ὑπεροχή. Ὁ «ἀδύναμος» Ἰησοῦς ποὺ σύρεται στοὺς Ἀρχιερεῖς καὶ στὸ πραιτώριο, παρ’ ὅτι ἀθῶος, τοὺς εἶναι παντελῶς ἀδιάφορος, ἂν ὄχι καὶ καταδικαστέος. Ὁ Σταυρωμένος «γιὸς τοῦ ξυλουργοῦ» γίνεται ἀντικείμενο χλεύης καὶ ἐγκαταλείπεται ἀπ’ ὅλους.

Πάνω κάτω ἔτσι συμπεριφερόμαστε, δυστυχῶς, ὅλοι στὴ ζωή μας. Ἐπιδιώκουμε τὴν εὔνοια τῶν κοσμικὰ σπουδαίων, τὴν ἀναγνώριση ἀπὸ τοὺς ἐφήμερα ἰσχυρούς, ἱκανοποιούμαστε ὅταν μᾶς ἐπαινοῦν αὐτοὶ ποὺ ἔχουν ἀναγνώριση, θέλουμε νὰ συναναστρεφόμαστε μὲ τοὺς διάσημους τῆς ἡμέρας. Οἱ ἄλλοι, οἱ ἁπλοί, οἱ καθημερινοί, στὴν καλύτερη περίπτωση μᾶς ἀφήνουν ἀδιάφορους, συνήθως εἴμαστε τυπικοὶ ἀπέναντί τους, κάποτε μᾶς ἐνοχλεῖ ἡ παρουσία τους. Ἐκεῖνοι ἀπὸ τοὺς ὁποίους δὲν ἔχουμε τίποτε νὰ κερδίσουμε καταλαμβάνουν ἐλάχιστο χῶρο στὴ ζωή μας. Τὰ καλὰ λόγια καὶ τὶς ἐπευφημίες τὶς κρατᾶμε γιὰ ἄλλους.

Ἡ δοκιμασία, ὁ πόνος, ἡ θυσία σπάνια μᾶς συγκινοῦν. Ἴσως γιατὶ μᾶς ὑπενθυμίζουν τὶς εὐθύνες μας. Ἡ ταπείνωση δὲν βρίσκεται ψηλὰ στὴν κλίμακα τῶν ἀξιῶν μας. Προτιμᾶμε νὰ θαμπωνόμαστε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ κατακτοῦν τὴν ἐπιτυχία τοῦ κόσμου. Ἀκόμη καὶ οἱ πιστοί, ἀλίμονο, λησμονοῦμε ὅτι στὴν εἰκονογραφία ὁ Βασιλεὺς τῆς δόξης εἶναι ἀκριβῶς ὁ ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ ὑψωθεὶς Κύριος.

Ἀντίβαρο σ’ αὐτὴ τὴν ὑστερόβουλη στάση προσφέρουν κάποια ἄλλα πρόσωπα τῆς σημερινῆς ἡμέρας. Καὶ ἀναφερόμαστε ἀσφαλῶς στὰ παιδιά, ποὺ πρωταγωνιστοῦν στὴν ὑποδοχὴ τοῦ Μεσσία. Μὲ τὴν ἀθωότητα τῆς ψυχῆς τους ἀναγνωρίζουν τὸν ἀληθινὸ λυτρωτὴ τοῦ ἀνθρώπινου γένους, γι’ αὐτὸ καὶ στὶς παραστάσεις τῆς Βαϊοφόρου τοποθετοῦνται σὲ ἐμφανῆ θέση νὰ προσκυνοῦν τὸν ἐρχόμενο βασιλέα.
Ἀπὸ τὸ στόμα τῶν νηπίων καὶ τῶν θηλαζόντων καταρτίζεται σήμερα ὁ αἶνος, ὅπως ψάλλει ὁ ὑμνωδός. Ἐνδεχομένως, δὲν ἔχουν ἄδικο ὅσοι ὑποστηρίζουν πὼς ἡ σημερινὴ ἡμέρα προσφέρεται γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τῆς Ἡμέρας τοῦ Παιδιοῦ.

Ἔχουμε βγεῖ, ἀδελφοί, νικηφόροι ἀπὸ τὸ μακρὺ στάδιο τῶν ἀρετῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ὅπως σημειώνει καὶ ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας (PG 77, 1049 κ.ἑ.), ἂς μὴν ραθυμήσουμε τώρα. Νὰ ἀνυψώσουμε τὸ μυαλό μας πρὸς τὸν Θεό, νὰ δοξάσουμε μαζὶ μὲ τὸ πλῆθος τὸν Κύριο ποὺ ἔρχεται νὰ διαρρήξει τὸ χειρόγραφο τοῦ Ἀδὰμ καὶ νὰ μᾶς ἀνοίξει τὸν Παράδεισο. Μπορεῖ οἱ Ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Γραμματεῖς νὰ θορυβήθηκαν, νὰ φθονοῦν καὶ νὰ ἀπεργάζονται τὴν ἐξόντωσή του, ὅμως κενὰ μελετοῦν. Σύμπασα ἡ κτίση μαρτυρεῖ πὼς ὁ ἐλευθερωτής της ἔφτασε γιὰ νὰ ἐπιτελέσει τὸ ἔργο του.

Ἂς μὴν μᾶς πτοήσει τὸ γεγονὸς ὅτι εἰσέρχεται ἐν σιγῇ, χωρὶς στρατὸ καὶ ὑπεροψία, χωρὶς σάλπιγγες, τυμπανοκρουσίες καὶ θορυβώδεις πομπές. Ἂς τὸν ἀναγνωρίσουμε καὶ ἂς τὸν ἀκολουθήσουμε στὴ συγκατάβασή του. Ὁ Κύριος τῆς ἄνω Ἱερουσαλὴμ εἰσέρχεται στὴν Ἱερουσαλὴμ τῆς ζωῆς μας. Νὰ θυμόμαστε ὅτι ὅπως στὴν ταπεινὴ ἀνθρώπινη φύση του κρύβεται ἡ θεία δόξα, ἔτσι καὶ στὴ θέα τοῦ σιωπηλοῦ καὶ πράου Μεσσία περιέχεται ἡ σωτηρία μας.

Μπροστά μας ἔχουμε ἀκριβῶς τὴν εἰκόνα ποὺ μᾶς περιέγραψε ὁ προφήτης Ζαχαρίας: Ὁ Βασιλιᾶς θὰ εἰσέλθει στὴν πρωτεύουσα πόλη του, ἤρεμος καὶ πάνω σ’ ἕνα μικρὸ γαϊδουράκι («Χαῖρε σφόδρα, θύγατερ Σιών· κήρυσσε, θύγατερ ῾Ιερουσαλήμ· ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεταί σοι, δίκαιος καὶ σῴζων αὐτός, πραῢς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὑποζύγιον καὶ πῶλον νέον», Ζαχ. 9, 9).

Εἶναι δηλαδὴ μία μέρα χαρᾶς. Τὸ δηλώνει καὶ ἡ προσταγὴ «Χαῖρε» τοῦ προφήτη, ἀντίστοιχη μὲ αὐτὴ τοῦ Ἀγγέλου στὴν Παρθένο κατὰ τὸν Εὐαγγελισμό («Χαῖρε Κεχαριτωμένη») καὶ μὲ ἐκείνη τοῦ ἀναστάντος πρὸς τοὺς μαθητές του («Χαίρετε»). Ἂς εὐφρανθοῦμε λοιπὸν καὶ ἱλαροὶ νὰ προϋπαντήσουμε αὐτὸν ποὺ ἔρχεται γιὰ νὰ νικήσει τὸν θάνατο μὲ τὸν δικό του θάνατο, αὐτὸν ποὺ ἔρχεται νὰ μᾶς προσφέρει ζωὴ καὶ χαρά.

Ἂς ἁπλώσουμε καὶ ἐμεῖς στὸ ἔδαφος ποὺ θὰ περάσει ὁ σωτῆρας τὴ ζωή μας μὲ τὰ λάθη καὶ τὶς ἀστοχίες της, γιὰ νὰ τὴν καθαγιάσει. Ἂς κρατήσουμε στὰ χέρια μας τὸ ἔλεος, ὅπως οἱ σύγχρονοί του κρατοῦσαν κλαδιὰ ἐλιᾶς καὶ βάγια, γιὰ νὰ μὴν μείνουμε ἔξω ἀπὸ τὸν νυμφῶνα του. Καὶ ἂς δεηθοῦμε ἐν σιγῇ καὶ ταπεινώσει νὰ καταστοῦμε ἄξιοι τῆς εἰσόδου στὴ Βασιλεία του.

Π. Παναγιωτοπουλος