1000
Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors
ΟΜΙΛΙΕΣ

Ομιλία του Δρ. Ιωάννη Μπέκου – Ὁ Χριστός εἶναι ἡ χαρά τῆς Ἀνάστασης

Το Πάσχα γιορτάζουμε τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἐκ τῶν νεκρῶν, τή νίκη τῆς ζωῆς πάνω στό θάνατο, τή θυσία πού ὁδήγησε στή λύτρωση τοῦ ἀνθρώπου, τήν ἀποκάλυψη τοῦ νοήματος τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου κατ’ εἰκόνα Θεοῦ.  Ὅλα αὐτά δέν ἀποτελοῦν κάποια ὁπωσδήποτε κορυφαῖα γεγονότα ἤ σημαντικές ἐξελίξεις πού ἀξίζει νά θαυμάζουμε καί νά γιορτάζουμε.  Ἡ ἑορτή τοῦ Πάσχα καί τά συμβάντα τῶν ἡμερῶν σημαίνουν κάτι πολύ περισσότερο γιατί ἐπιβεβαιώνουν τήν ἀλήθεια ὅτι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, τό φῶς τό ἀληθινό, ἡ ἴδια ἡ ζωή, ἔγινε ἄνθρωπος γιατί ἔτσι θέλησε ὁ Θεός καί συναναστράφηκε τούς ἀνθρώπους μέχρι σταυροῦ, ταφῆς καί ἀναστάσεως ὥστε ὅσοι πιστέψουν σέ Αὐτόν νά γίνουν παιδιά τοῦ Θεοῦ.  Ὅσο περισσότερο πιστεύουμε τήν ἀλήθεια γιά τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, τόσο καλύτερα μετέχουμε στό Πάσχα καί αἰσθανόμαστε μέ τήν καρδιά μας ὅ,τι αἰσθάνθηκαν καί κατάλαβαν οἱ ἄντρες καί οἱ γυναῖκες πού συνάντησαν τόν ἀναστημένο Χριστό.  Εἶναι ἀλήθεια ὃτι δεν εἶναι εὒκολο να περιγράψουμε τή μεταφορά τέτοιων σπουδαίων συναντήσεων στή δική μας ζωή.

Οἱ πιστοί χριστιανοί εἰσερχόμενοι στή Μεγάλη Ἑβδομάδα, τήν ἑβδομάδα τῶν Παθῶν πέφτουν ἀπό ἔκπληξη σέ ἔκπληξη καθώς τά ὅσα διαδραματίζονται μπροστά τους ξεπερνοῦν σέ ἔνταση καί πνευματικό βάθος κάθε ἀνθρώπινη σύλληψη, κάθε λογική διεργασία γιά τήν κατανόησή τους.  Ὁ Μυστικός Δεῖπνος, ἡ προσευχή στή Γεθσημανή, ἡ σύλληψη τοῦ Ἰησοῦ, ἡ δική Του ἐνώπιον τοῦ Πιλάτου, οἱ ἐμπαιγμοί τοῦ Δημιουργοῦ ἀπό τά δημιουργήματά Του καί βέβαια ἡ Σταύρωση, ἡ Ταφή καί τέλος ἡ Ἀνάσταση.  Εἶναι πολύ δύσκολο νά προσθέσει κανείς κάτι περισσότερο στόν πλοῦτο τῶν νοημάτων πού συνοδεύουν τήν ἐξέλιξη τῶν συμβάντων πού ὁδηγοῦν τόν Χριστό στόν Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση.  Οἱ ἀκολουθίες στούς ναούς ξεπερνοῦν σέ περιεχόμενο κάθε ἀνθρώπινη προσδοκία καί μάλιστα σέ τέτοιο βαθμό ὥστε νά νιώθουμε ὅτι ξεπερνοῦν τά ὅρια τῆς γλώσσας μας.  Ἡ σιωπή μας φαίνεται νά εἶναι ἡ πιό ταιριαστή ἀπάντηση στήν ἐπιθυμία μας νά ποῦμε κάτι γιά ὅλα αὐτά.  Ἀπό τήν ἄλλη, ἴσως νά ἀξίζει νά γίνει μιά προσπάθεια νά στοχαστοῦμε γιά τήν κατάληξη τῶν Παθῶν πού μᾶς φέρνουν στήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί ἀπό ἐκεῖ στή σωτηρία μας.  Ἡ ἀνάσταση πού γιορτάζουμε εἶναι ἡ ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, μιά ἀνάσταση πού ἐμᾶς ἀφορᾶ καί ἔχει σημασία νά δοῦμε τί ἀκριβῶς σημαίνει γιά τόν καθένα μας.

Γιά νά κατανοήσουμε τό γεγονός τῆς ἀνάστασης χρειαζόμαστε μιά ἄλλη γλῶσσα κι ὁ Θεός μᾶς τήν προσφέρει. Εἶναι ἐμφανές στήν Παλαιά Διαθήκη ὅτι ὁ θάνατος σήμαινε θάνατο καί ἀποτελοῦσε συνώνυμο τοῦ Ἅδη καί τοῦ κακοῦ, ἀλλά στήν Καινή Διαθήκη μέ τήν θυσία καί τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὁ θάνατος ἀλλάζει ὄνομα καί σημασία καί γίνεται κοίμηση, ὕπνος, ἀναχώρηση ἀπό τήν παροῦσα ζωή.  Πρίν ἀκόμα τήν ἀνάστασή Του ὁ Κύριος ἀποκαλύπτει τόν καινούργιο τρόπο νά κατανοοῦμε τήν ἀνθρώπινη ζωή περιγράφοντας τόν θάνατο τοῦ Λαζάρου μέ τήν πρόταση ὅτι ὁ Λάζαρος κοιμᾶται καί ὅτι θά πρέπει νά πάει νά τόν ξυπνήσει: «Λάζαρος ὁ φίλος ἡμῶν κεκοίμηται· ἀλλά πορεύομαι ἶνα ἐξυπνήσω αὐτόν».  Ὁ Χριστός ἀνασταίνει καί ἀνασταίνεται καί παίρνει στά χέρια του τόν ὁρισμό τοῦ θανάτου ἀφήνοντας ἔκπληκτους τοῦ ἀνθρώπους μέχρι καί σήμερα.  Οἱ ἄνθρωποι γιά νά κατανοήσουν μέ τό δικό τους τρόπο τό πέρασμα τους ἀπό τόν κόσμο αὐτό, δίνουν τούς δικούς τους ὁρισμούς ἀξιοποιῶντας τίς γνώσεις τους γιά τήν λειτουργία τοῦ ἀνθρώπινου σώματος μέ σκοπό νά ξεχωρίζουν τούς ζωντανούς ἀπό τούς νεκρούς.  Ὁ Χριστός μέ τήν ἀνάστασή Του ἀποκαλύπτει στούς ἀνθρώπους ὅτι ἄλλο εἶναι τό νόημα τῆς τελευτῆς τοῦ ἀνθρώπου.  Ὁ θάνατος δέν ἀποτελεῖ πιά τό τέλος τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ πού σημαίνει τήν κοινή ἀνάσταση τῶν ἀνθρώπων ἀποτελεῖ τήν καλύτερη ἀπόδειξη γι’ αὐτό.

Μόνο θαυμασμό καί μάλιστα χωρίς τέλος ταιριάζει σέ αὐτές τίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ καί τίς εὐεργεσίες πού αὐτές συνεπάγονται γιά ὅλους μας.  Χωρίς ἀμφιβολία, ἡ Σταύρωση καί ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ μᾶς συγκλονίζουν, μέ τήν περιγραφή τους νά συνοδεύεται ἀπό πολλά ἀκόμα θαύματα.  Ὁ Θεός σταυρώνεται, ὁ ἥλιος σκεπάζεται ἀπό τό σκοτάδι, το καταπέτασμα τοῦ Ναοῦ διαρρήγνυται, αἷμα καί ὕδωρ ρέει ἀπό τήν πλευρά τοῦ Κυρίου, ἡ γῆ συγκλονίζεται, οἱ πέτρες σχίζονται καί νεκροί ἀνασταίνονται, ὅλα ἀποδείξεις τῆς ἀνάστασης πού θά ἀκολουθοῦσε.  Κανένα ἀπό αὐτά τά θαύματα δέν μπορεῖ νά ἐξυμνηθεῖ μέ ἐπάρκεια καί εὐκολία, ἀλλά ἡ ματιά μας θά πρέπει νά στραφεῖ πρός ἐκεῖνο τό θαῦμα μέ τό ὁποῖο κανένα ἄλλο δέν μπορεῖ νά συγκριθεῖ.  Πρόκειται γιά τό θαῦμα τῆς σωτηρίας μας πού ἐπῆλθε μέ τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἕνα θαῦμα πού κανείς δέν μποροῦσε νά φανταστεῖ λαμβάνοντας ὑπόψη την κατάσταση στήν ὁποία εἶχε περιέλθει ὁ ἄνθρωπος μετά τήν παρακοή ὃταν χωρίστηκε ἀπό τόν Θεό και τούς συνανθρώπους του καί ὁδηγήθηκε στόν θάνατο.  Ἕνας μεγάλος Θεολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας περιγράφει μέ ἐντυπωσιακό τρόπο καί μέ λίγες μόνο λέξεις τό θαῦμα τῆς λύτρωσης τοῦ ἀνθρώπου.  Λίγες σταγόνες αἵματος ἀναδημιουργοῦν ὁλόκληρο τόν κόσμο, γίνονται σάν τό γάλα τροφή γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους καί μᾶς συνδέουν τόν ἓναν μέ τόν ἂλλο σάν νά εἲμαστε ἓνα.  Ὁ Θεός προσφέρει τόν ἑαυτό Του γιά νά ἀνακαινίσει τόν ἄνθρωπο καί ἡ προσφορά Του, ἡ θυσία Του, ἀφορᾶ τόν κάθε ἄνθρωπο ξεχωριστά, ἀλλά καί ὅλους μαζί κατά ἕναν τρόπο πού ξεπερνάει κάθε ἔννοια ἰσότητας καί δικαιοσύνης.  Γιατί τά πνευματικά ἀγαθά δέν διαιροῦν τήν κοινωνία, ἀφοῦ δέν ἐξαρτῶνται ἀπό τή διάθεση καί τίς σκέψεις τοῦ καθενός.  Ὁ Θεός θυσιάζεται καί ἀνασταίνεται γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους ἀνεξαιρέτως.  Καί εὔλογα ἀναρωτιόμαστε τί ἐμεῖς ἀπό τήν πλευρά μας μποροῦμε νά προσφέρουμε στόν Θεό.

Ὁ Θεός δέν ἔχει ἀνάγκη καμίας προσφορᾶς μας, ἀλλά ἄν ἐμεῖς προσφέρουμε ὅ,τι μᾶς ζητάει ὁ Θεός, θά κατανοήσουμε γιά ποιό λόγο καί κυρίως γιά ποιούς ὁ Χριστός ἔπαθε, πέθανε καί ἀναστήθηκε.  Ὁ Θεός ζητάει ἀπό ἐμᾶς τό πολυτιμότερο καί πιό ἀγαπημένο κτίσμα Του πού εἶναι ὁ ἑαυτός μας, το κατ’ εἰκόνα.  Ἀποδίδοντας τό κατ’ εἰκόνα στήν εἰκόνα μαθαίνουμε τήν ἀξία μας, τιμᾶμε τό πρωτότυπο τῆς εἰκόνας μας καί κατανοοῦμε τό μυστήριο τῆς λύτρωσης τοῦ ἀνθρώπου.   Ὁ Δημιουργός Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπο ἀφοῦ πῆρε ἀπό τήν ὕλη τό σῶμα καί ἔβαλε μέσα σέ αὐτό τήν πνοή Του, τήν νοερή ψυχή καί το κατ’ εἰκόνα, καί ἔτσι ἕνωσε τήν ὁρατή μέ τήν νοερή φύση, ὥστε ὅλοι μας νά ἀποτελοῦμε σύνθεση τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς πού ἐνῶ διαμένουμε στή γῆ μεταβαίνουμε σέ ἕναν ἄλλο κόσμο.  Τό μυστήριο τοῦ ἀνθρώπου ἐκπληρώνεται ὅταν γινόμαστε θεοί ἀπό τήν ἐπιθυμία νά ἑνωθοῦμε μέ τόν Θεό ἀντιλαμβανόμενοι ἔστω καί σέ κάποιο βαθμό τήν λαμπρότητά Του.  Ὑπόδειγμα θυσίας τοῦ ἴδιου μας τοῦ ἑαυτοῦ προσφέρει ὁ Θεός πού πεθαίνει κι ἀνασταίνεται ὥστε κάθε ἡμέρα μας καί κάθε μας κίνηση νά ἀποτελεῖ θυσία στόν Θεό.  Θυσιάζει κανείς τόν ἑαυτό του ὅταν μέ τά πάθη του μιμεῖται τά πάθη τοῦ Χριστοῦ καί τιμᾶ τό Σῶμα Του καί τό Αἷμα Του δεχόμενος μέ προθυμία νά σηκώσει τόν σταυρό Του.  Ὅταν νομίζουμε ὅτι προσφέρουμε ἀρκετά ἀπό τή ζωή μας στόν Θεό, θά πρέπει νά θυμόμαστε ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἐνῶ κατά τήν δημιουργία ἔδωσε στούς ἀνθρώπους τό καλύτερο ἀπό τά δικά Του, την ἴδια Του τήν εἰκόνα, μέ τήν ἐνανθρώπισή Του παίρνει τό χειρότερο, τήν ἀνθρώπινη φύση στήν κατάσταση τῆς Πτώσης.  Φαίνεται παράδοξο, ἀλλά αὐτές οἱ ἐνέργειές Του δείχνουν ὅτι εἶναι Θεός, δεδομένου ὅτι γιά τούς ἀνθρώπους θεωρεῖται αὐτονόητο νά κρατᾶνε ἤ νά λαμβάνουν τό καλύτερο ἀπό τά ἔργα τῶν χειρῶν τους.

Ἄν κάτι ἐπίσης μποροῦμε νά προσφέρουμε στόν Θεό πού ἀνασταίνεται γιά χάρη μας εἶναι ἡ πίστη ὅτι μετά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἡ σημασία τῶν δυσκολιῶν τῆς ζωῆς μας ἔχει πιά ὁριστικά ἀλλάξει.  Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀκολουθεῖ τήν σταύρωση πού μᾶς δείχνει ὃτι τό ξύλο, ἀπό ξύλο τῆς παρακοῆς καί ξύλο τῆς γνώσης τοῦ ἀγαθοῦ καί πονηροῦ, γίνεται τό ξύλο τῆς ζωῆς καί ὁ θάνατος ἀπό τιμωρία τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ μεταβάλλεται σέ νίκη τῆς ζωῆς πάνω στό θάνατο.  Ὁ Χριστός ἀξιοποιεῖ κατάλληλα τά κατεξοχήν ὅπλα τοῦ πονηροῦ καί τά κάνει δικά Του ὅπλα γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.  Ὁ Σταυρός καί ἡ Ἀνάσταση εἶναι πράγματι δυνάμεις ἀλλαγῆς πού ἀλλάζουν τελείως τά δεδομένα καί μεταβάλλουν τά συμβάντα θλίψης καί θανάτου σέ γεγονότα χαρᾶς καί ἀνάστασης.  Ὅ,τι ὁ καθένας μας θεωρεῖ ἐλλείψεις, δοκιμασίες ἤ προβλήματα στή ζωή του μπορεῖ, μέ ἀφετηρία τό φετινό Πάσχα, νά γίνει ἀπό ἀφορμή λύπης καί θλίψεων ἀφετηρία χαρᾶς καί ἀγαλλίασης.  Αὐτό εἶναι τό προνόμιο μιᾶς πνευματικῆς ἑορτῆς καί μάλιστα τῆς ἑορτῆς πού ἀποκαλεῖται «πανήγυρις πανηγύρεων», νά προσφέρει τή χαρά τῆς ἀναστάσεως σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, μιά χαρά πού ἄν δέν τό ἐπιτρέψουμε ἐμεῖς κανείς δέν μπορεῖ νά μᾶς τήν ἀφαιρέσει: «πάλιν δέ ὄψομαι ὑμᾶς καί χαρήσεται ὑμῶν ἡ καρδία, καί τήν χαράν ὑμῶν οὐδείς αἴρει ἀφ’ ὑμῶν».

Ἡ Ἀνάσταση εἶναι ἀνάσταση γιά ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος καί γιά τό λόγο αὐτό, ἡ χαρά πού νιώθουμε βλέποντας τόν ἀναστημένο Κύριο δέν εἶναι μόνο γιά ἐμᾶς.  Οἱ πιστοί πού, ὅπως ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή καί ἡ ἄλλη Μαρία, εἰσέρχονται στό μνημεῖο πού εἶχε ταφεῖ ὁ Χριστός καί ἐπιβεβαιώνουν τά λόγια τοῦ ἀγγέλου ὅτι ὁ Κύριος ἀναστήθηκε, ἐξέρχονται ἀπό τό μνημεῖο καί νιώθουν φόβο καί χαρά, φόβο γιατί εἶναι παράδοξο ὁ νεκρός νά ἀνασταίνεται, ἀλλά καί χαρά γιατί Αὐτός τόν ὁποῖον ἀκολούθησαν καί στόν ὁποῖον πίστεψαν εἶναι ὁ Κύριος τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου.  Ἐκεῖνοι πού εἶναι πλημμυρισμένοι ἀπό τή χαρά τῆς ἀνάστασης σίγουρα θά συναντήσουν τόν Κύριο πού μέ τόν χαιρετισμό Του θά τούς ἐνισχύσει νά διατηρήσουν τήν χαρά τους καί θά τούς καλέσει νά τήν μεταφέρουν καί στούς ἄλλους ἀνθρώπους: «καί ἰδού Ἰησοῦς ἀπήντησεν αὐταῖς λέγῶν· Χαίρετε… τότε λέγει αὐταῖς ὁ Ἰησοῦς·…ὑπάγετε ἀπαγγείλατε τοῖς ἀδελφοῖς μου».  Ὅσοι καί ὅσες μετέχουν πραγματικά στό Πάσχα αἰσθάνονται αὐτή τή χαρά, μιά χαρά πού διατηρεῖται στό χρόνο, πού διαχέεται καί ἀγκαλιάζει ὅλο καί περισσότερους ἀνθρώπους.  Ἡ χαρά τῆς Ἀναστάσεως δέν ἐξαρτᾶται ἀπό κατορθώματα καί ἀποκτήματα, ἀπό τήν ἐπίτευξη ἀτομικῶν στόχων καί ἐκπλήρωση ὁραμάτων, γιατί ἡ χαρά τῆς Ἀναστάσεως εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.  Μετέχουμε στό Πάσχα καί μαθαίνουμε νά χαιρόμαστε μέ τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ στή ζωή μας.

Ὅταν δυσκολευόμαστε νά νιώσουμε τήν χαρά τοῦ Χριστοῦ τότε, ἀκολουθῶντας αὐτή τή φορά τήν περιγραφή στό εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννη, δέν θά ἐπιστρέψουμε στήν πόλη μαζί μέ τόν Πέτρο καί τόν ἄλλο μαθητή, ἀλλά θά παραμείνουμε πλησίον τοῦ τάφου ὅπως ἔκανε ἡ Μαρία καί θά παραμείνουμε ἐκεῖ μέχρι νά συναντήσουμε τή χαρά στά πρόσωπα τῶν δύο ἀγγέλων και στή συνέχεια νά νιώσουμε τή χαρά τῆς ἀναστάσεως βλέποντας τόν Κύριο.  Μοιάζουμε στή Μαρία, γιατί παρά τή βέβαιη πίστη τῆς Ἐκκλησίας στήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἐκ τῶν νεκρῶν, ἔχουμε ἀκόμα ἀνάγκη παρηγοριᾶς γιά νά βγοῦμε ἀπό τίς θλίψεις μας.  Ἐπηρεασμένοι ἀπό ἕναν κόσμο πού δέν πιστεύει στήν Ἀνάσταση καί προβληματισμένοι ἀπό συμβάντα πού δίνουν τήν αἴσθηση ὅτι ὁ Χριστός μέ τήν ἀνάστασή Του τελικά δέν νίκησε τόν κόσμο, θά πρέπει, ὅπως ἡ Μαρία, νά ἐπιμείνουμε κοντά στό τάφο Του μέχρι ὁ Θεός νά μᾶς συναντήσει καί νά μᾶς ἀνταμείψει μέ τή χαρά τῆς ἀνάστασης.  Ὁ Χριστός εἶναι ἡ ἀνάσταση, ἡ ἀνάσταση Του εἶναι ἡ λύτρωσή μας καί ἡ χαρά τῆς ἀνάστασης εἶναι νά πιστέψουμε μέ βεβαιότητα ὅτι κι ἐμεῖς εἴδαμε τόν Κύριο.